φεγγάρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ku |
|||
Γραμμή 76: | Γραμμή 76: | ||
[[ja:φεγγάρι]] |
[[ja:φεγγάρι]] |
||
[[ko:φεγγάρι]] |
[[ko:φεγγάρι]] |
||
[[ku:φεγγάρι]] |
|||
[[li:φεγγάρι]] |
[[li:φεγγάρι]] |
||
[[lt:φεγγάρι]] |
[[lt:φεγγάρι]] |
Αναθεώρηση της 02:20, 14 Οκτωβρίου 2016
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φεγγάρι | τα | φεγγάρια |
γενική | του | φεγγαριού | των | φεγγαριών |
αιτιατική | το | φεγγάρι | τα | φεγγάρια |
κλητική | φεγγάρι | φεγγάρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- φεγγάρι < μεσαιωνική ελληνική φεγγάρι(ν) < φεγγάριον, υποκοριστικό του αρχαίου φέγγος
Ουσιαστικό
φεγγάρι ουδέτερο
- ουράνιο σώμα περιφερόμενο γύρω από τη Γη
- (κατ’ επέκταση) το φως που προέρχεται από το φεγγάρι
- (κατ’ επέκταση) δορυφόρος σε τροχιά γύρω από άλλο πλανήτη
- ένας σεληνιακός μήνας (περίπου 28 μέρες)
Εκφράσεις
- έχει τα φεγγάρια του : κάνει λόξες, είναι ιδιότροπος
- πάνε φεγγάρια που δεν σε είδα : πάει πολύς καιρός που δεν σε είδα
Συγγενικά
Σύνθετα
και
Συνώνυμα
Δείτε επίσης
- φεγγάρι στη Βικιπαίδεια
- φέγγω
Μεταφράσεις
φεγγάρι
→ δείτε τη λέξη σελήνη |