οφειλόμενος
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Συνώνυμα
1.1.2
Αντώνυμα
1.1.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
οφειλόμεν
ος
η
οφειλόμεν
η
το
οφειλόμεν
ο
γενική
του
οφειλόμεν
ου
της
οφειλόμεν
ης
του
οφειλόμεν
ου
αιτιατική
τον
οφειλόμεν
ο
την
οφειλόμεν
η
το
οφειλόμεν
ο
κλητική
οφειλόμεν
ε
οφειλόμεν
η
οφειλόμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
οφειλόμεν
οι
οι
οφειλόμεν
ες
τα
οφειλόμεν
α
γενική
των
οφειλόμεν
ων
των
οφειλόμεν
ων
των
οφειλόμεν
ων
αιτιατική
τους
οφειλόμεν
ους
τις
οφειλόμεν
ες
τα
οφειλόμεν
α
κλητική
οφειλόμεν
οι
οφειλόμεν
ες
οφειλόμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
[
επεξεργασία
]
οφειλόμενος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
οφείλω
Συνώνυμα
[
επεξεργασία
]
χρωστούμενος
Αντώνυμα
[
επεξεργασία
]
αχρεώστητος
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
οφειλόμενος
γαλλικά
:
dû
(fr)
Κατηγορίες
:
Μετοχές που κλίνονται όπως η ομάδα 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
Μετοχές που κλίνονται όπως το 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Μετοχές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Μετοχές παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες