πολυφίλητος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυφίλητος < ελληνιστική κοινή πολυφίλητος[1] [2] < αρχαία ελληνική πολύς + φιλητός < φιλέω
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /po.liˈfi.li.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λυ‐φί‐λη‐τος
Επίθετο[επεξεργασία]
πολυφίλητος, -η, -ο
- (λόγιο) ο πολύ αγαπητός
- ※ Μῆτερ πολυφίλητος, πόσος παρῆλθε χρόνος καὶ τὴν ὅψην σου δέν εἴδον τήν γλυκεῖαν (Ι.Α.Π. Μαυρομιχάλης, Κοριολάνος, Δράμα διδαχθέν το πρώτον από της εν Αθήναις Εθνικής Σκηνής τον Ιανουάριον του 1868, τυπογρ. Ν. Γ. Πάσσαρη, Αθήνα, 1868 [1])
Συγγενικά[επεξεργασία]
- Πολυφίλητος, προσωνύμιο αυτοκρατόρων του Βυζαντίου
- → δείτε τις λέξεις πολύς και φιλώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυφίλητος
- ↑ πολυφίλητος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ↑ πολυφίλητος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)