ανεύθυνος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανεύθυνος < αρχαία ελληνική ἀνεύθυνος
Επίθετο
[επεξεργασία]ανεύθυνος
- που δεν επιδεικνύει την απαιτούμενη υπευθυνότητα, που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του
- που δεν είναι υπαίτιος για κάποιο γεγονός
- ανεύθυνος άρχοντας: ο ανώτατος άρχοντας (βασιλιάς ή πρόεδρος της δημοκρατίας) από τον οποίο δεν είναι δυνατόν να ζητηθούν ευθύνες για τις πράξεις του
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ανεύθυνος