επιτυχία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επιτυχία οι επιτυχίες
      γενική της επιτυχίας των επιτυχιών
    αιτιατική την επιτυχία τις επιτυχίες
     κλητική επιτυχία επιτυχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επιτυχία < αρχαία ελληνική ἐπιτυχία <έπι+τύχη

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.pi.tiˈçi.a/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

επιτυχία θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]