ὑδρία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: υδρία

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ὑδρί αἱ ὑδρίαι
      γενική τῆς ὑδρίᾱς τῶν ὑδριῶν
      δοτική τῇ ὑδρί ταῖς ὑδρίαις
    αιτιατική τὴν ὑδρίᾱν τὰς ὑδρίᾱς
     κλητική ! ὑδρί ὑδρίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ὑδρί
γεν-δοτ τοῖν  ὑδρίαιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ὑδρία < θέμα ὑδρ- του ὕδωρ + -ία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ὑδρία, -ας θηλυκό

  1. πήλινο αγγείο για αποθήκευση και μεταφορά νερού, μελιού, κρασιού, κλπ
    ※  5ος/4ος↑ αιώνας Ἀριστοφάνης, Σφῆκες, στίχ. 926
    [ΦΙ.] ἐμοὶ δέ γ᾽ οὐκ ἔστ᾽ οὐδὲ τὴν ὑδρίαν πλάσαι.,
    [ΦΙΛ.] Κι εγώ ούτε γύψο δεν έχω να κολλήσω το σταμνί μου.
    Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
    ※  1ος/2ος↓ αιώνας Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Σόλων, 23.6
    νόμον ἔγραψεν, ὅπου μέν ἐστι δημόσιον φρέαρ ἐντὸς ἱππικοῦ, χρῆσθαι τούτῳ· τὸ δ᾽ ἱππικὸν διάστημα τεσσάρων ἦν σταδίων· ὅπου δὲ πλεῖον ἀπέχει, ζητεῖν ὕδωρ ἴδιον· ἐὰν δ᾽ ὀρύξαντες ὀργυιῶν δέκα βάθος παρ᾽ ἑαυτοῖς μὴ εὕρωσι, τότε λαμβάνειν παρὰ τοῦ γείτονος, ἑξάχουν ὑδρίαν δὶς ἑκάστης ἡμέρας πληροῦντας· ἀπορίᾳ γὰρ ᾤετο δεῖν βοηθεῖν, οὐκ ἀργίαν ἐφοδιάζειν.
    [ο Σόλων] θέσπισε νόμο, όπου υπήρχε δημόσιο πηγάδι σε απόσταση ενός ιππικού —το ιππικό ήταν ίσο με τέσσερα στάδια— να βολεύονται από αυτό· όπου όμως η απόσταση ήταν μεγαλύτερη, να ψάχνουν να βρουν δικό τους νερό· σε περίπτωση πάλι που έσκαβαν σε βάθος δέκα οργιές και δεν εύρισκαν νερό στο κτήμα τους, τότε να παίρνουν από τον γείτονα γεμίζοντας δυο φορές την ημέρα μιαν εξάχοη στάμνα. Γιατί πίστευε πως έπρεπε να βοηθάει όσους δεν είχαν, όχι όμως και να παρέχει εφόδια στους τεμπέληδες.
    Μετάφραση (2012): Γιαγκόπουλος, Α.Ι., Ζ.Ε. Μαλαθούνη. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. @greek‑language.gr
  2. αγγείο γεμάτο νομίσματα, πιθάρι
  3. κάλπη ψηφοφορίας
    ※  5ος/4ος↑ αιώνας Ξενοφῶν, Ἑλληνικά, 1, 7.9
    θεῖναι δὲ εἰς τὴν φυλὴν ἑκάστην δύο ὑδρίας· ἐφ᾽ ἑκάστῃ δὲ τῇ φυλῇ κήρυκα κηρύττειν, ὅτῳ δοκοῦσιν ἀδικεῖν οἱ στρατηγοὶ οὐκ ἀνελόμενοι τοὺς νικήσαντας ἐν τῇ ναυμαχίᾳ, εἰς τὴν προτέραν ψηφίσασθαι, ὅτῳ δὲ μή, εἰς τὴν ὑστέραν·
    για κάθε φυλή να στηθούν δύο κάλπες, και σε καθεμιά φυλή να διαλαλήσει ο κήρυκας ότι όποιος θεωρεί τους στρατηγούς ενόχους επειδή δεν περιμάζεψαν τους νικητές της ναυμαχίας πρέπει να ρίξει την ψήφο του στην πρώτη κάλπη, κι όποιος δεν τους θεωρεί ενόχους στη δεύτερη·
    Μετάφραση (2012, 1η:1966): Ρόδης Ρούφος. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας @greek‑language.gr
    ※  4ος↑ αιώνας Ἰσοκράτης, Τραπεζιτικός, 33 @scaife.perseus
    Πυθόδωρον γὰρ τὸν σκηνίτην καλούμενον, ὃς ὑπὲρ Πασίωνος ἅπαντα καὶ λέγει καὶ πράττει, τίς οὐκ οἶδεν ὑμῶν πέρυσιν ἀνοίξαντα τὰς ὑδρίας καὶ τοὺς κριτὰς ἐξελόντα τοὺς ὑπὸ τῆς βουλῆς εἰσβληθέντας;
  4. τεφροδόχη
  5. κλεψύδρα

Παροιμίες[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]