έμφυτος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{=el=}} |
{{=el=}} |
||
{{el-κλίσ-'όμορφος'|έμφυτ}} |
{{el-κλίσ-'όμορφος'|έμφυτ}} |
||
{{-ετυμ-}} |
{{-ετυμ-}} |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ἔμφυτος]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ἔμφυτος]] |
||
{{-προφ-}} |
|||
{{ΔΦΑ|ˈɛɱ.fi.tɔs}} {{α}} |
|||
{{ΔΦΑ|ˈɛɱ.fi.ti}} {{θ}} |
|||
{{ΔΦΑ|ˈɛɱ.fi.tɔ}} {{ο}} |
|||
{{-επιθ-|el}} |
{{-επιθ-|el}} |
||
'''{{PAGENAME}}, -η, -ο''' |
'''{{PAGENAME}}, -η, -ο''' |
||
* που υπάρχει στη φύση κάποιου από τη [[γέννηση|γέννησή]] του και δεν έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια της ζωής του ή μετά από αγωγή και μάθηση |
|||
* {{προσχέδιο-ορισμ}} <!-- Βγάλτε το πρότυπο και γράψτε τον ορισμό --> |
|||
: ''έχει '''έμφυτη''' ενεργητικότητα και τόλμη'' |
|||
: <!-- ''Πρόταση-παράδειγμα.'' --> |
|||
{{-συνων-}} |
{{-συνων-}} |
||
* [[εγγενής]] |
* [[εγγενής]] |
Αναθεώρηση της 16:23, 7 Σεπτεμβρίου 2009
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | έμφυτος | η | έμφυτη | το | έμφυτο |
γενική | του | έμφυτου | της | έμφυτης | του | έμφυτου |
αιτιατική | τον | έμφυτο | την | έμφυτη | το | έμφυτο |
κλητική | έμφυτε | έμφυτη | έμφυτο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | έμφυτοι | οι | έμφυτες | τα | έμφυτα |
γενική | των | έμφυτων | των | έμφυτων | των | έμφυτων |
αιτιατική | τους | έμφυτους | τις | έμφυτες | τα | έμφυτα |
κλητική | έμφυτοι | έμφυτες | έμφυτα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
- έμφυτος < αρχαία ελληνική ἔμφυτος
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; θηλυκό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο
Πρότυπο:-επιθ- έμφυτος, -η, -ο
- που υπάρχει στη φύση κάποιου από τη γέννησή του και δεν έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια της ζωής του ή μετά από αγωγή και μάθηση
- έχει έμφυτη ενεργητικότητα και τόλμη
εκ γενετής