αλληλεπίδραση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py αντικατάσταση κλίση λύση με 'δύναμη' |
μ pwb.py διορθώσεις στο ΔΦΑ και αντικαταστάσεις βάσει Ψηφοφορίας |
||
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|al.li. |
{{ΔΦΑ|al.li.leˈpi.ðɾa.si|γλ=el}} |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
Αναθεώρηση της 01:16, 14 Φεβρουαρίου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αλληλεπίδραση | οι | αλληλεπιδράσεις |
γενική | της | αλληλεπίδρασης* | των | αλληλεπιδράσεων |
αιτιατική | την | αλληλεπίδραση | τις | αλληλεπιδράσεις |
κλητική | αλληλεπίδραση | αλληλεπιδράσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, αλληλεπιδράσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- αλληλεπίδραση < αλληλο- + επίδραση ((μεταφραστικό δάνειο) (γαλλικά) interaction)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
αλληλεπίδραση θηλυκό
- η αμοιβαία επίδραση μεταξύ δύο προσώπων ή συστημάτων
- η αλληλεπίδραση του φαρμάκου με το αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες
Άλλες μορφές
Συνώνυμα
Συγγενικά
- αλληλεπιδραστικός
- αλληλεπιδρώ
- → δείτε τις λέξεις αλληλο- και επίδραση
Μεταφράσεις
ως καθαρή έννοια
μεταξύ προσώπων κα
|