αντιδρώ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ενημέρωση προτύπων, προφορά, ref
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
Γραμμή 28: Γραμμή 28:
* [[στροβιλοαντιδραστήρας]]
* [[στροβιλοαντιδραστήρας]]
{{βλ|και=1|δρω}}
{{βλ|και=1|δρω}}
{{clear}}

===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}

Αναθεώρηση της 07:50, 30 Μαΐου 2021

Δείτε επίσης: ἀντιδρῶ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αντιδρώ < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀντιδρῶ, συνηρημένος τύπος του ἀντιδράω, σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική réagir.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε αντι- + δρω

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ντι‐δρώ

Ρήμα

αντιδρώ, πρτ.: αντιδρούσα, αόρ.: αντέδρασα (χωρίς παθητική φωνή)

  1. τηρώ αρνητική θέση, ενεργώ με αντίθετο τρόπο, εκφράζω την αντίθεσή μου
    στα σκληρά μέτρα της κυβέρνησης οι εργαζόμενοι αντέδρασαν με απεργίες
     συνώνυμα: αντιτίθεμαι, εναντιώνομαι
  2. συμπεριφέρομαι θετικά ή αρνητικά σε κάποιο ερέθισμα
    δεν ανησυχώ για το πώς θα αντιδράσει: είναι σίγουρο ότι θα χαρεί
  3. (χημεία) συμμετέχω σε μια χημική αντίδραση
  4. (φυσιολογία) ανταποκρίνομαι σε κάποιο ερέθισμα
    έχει εθιστεί στα παυσίπονα και ο οργανισμός του πια δεν αντιδρά

Συγγενικά

→ και δείτε τη λέξη δρω

Μεταφράσεις

Αναφορές