αχυρένιος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ {{clear}} πριν τις μεταφράσεις
{{el-κλίση-'ωραίος'|παρόξ=1}} ΔΦΑ {{π|-ένιος}}
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'ωραίος'}}
{{el-κλίση-'ωραίος'|παρόξ=1}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < [[άχυρο]] + [[-ένιος]]
: '''{{PAGENAME}}''' < [[άχυρο|άχυρ(ο)]] + {{π|-ένιος}}

==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|γλ=el|a.çiˈɾe.ɲos}}
: {{συλλ|α|χυ|ρέ|νιος}}


==={{επίθετο|el}}===
==={{επίθετο|el}}===
'''{{PAGENAME}}'''
'''{{PAGENAME}}, -α, -ο'''
*που έχει κατασκευαστεί από [[άχυρο]]
* που έχει κατασκευαστεί από [[άχυρο]]


===={{μορφές}}====
===={{μορφές}}====
*[[αχύρινος]]
* [[αχύρινος]]
*[[αχερένιος]]
* [[αχερένιος]]
{{clear}}
{{clear}}
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
Γραμμή 37: Γραμμή 41:
<!-- * {{ku}} : {{τ|ku|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ku}} : {{τ|ku|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hr}} : {{τ|hr|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hr}} : {{τ|hr|ΧΧΧ}} -->

{{μτφ-μέση}}
{{μτφ-μέση}}
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 57: Γραμμή 60:
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} -->

{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}



Αναθεώρηση της 10:18, 16 Ιουνίου 2021

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αχυρένιος η αχυρένια το αχυρένιο
      γενική του αχυρένιου της αχυρένιας του αχυρένιου
    αιτιατική τον αχυρένιο την αχυρένια το αχυρένιο
     κλητική αχυρένιε αχυρένια αχυρένιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αχυρένιοι οι αχυρένιες τα αχυρένια
      γενική των αχυρένιων των αχυρένιων των αχυρένιων
    αιτιατική τους αχυρένιους τις αχυρένιες τα αχυρένια
     κλητική αχυρένιοι αχυρένιες αχυρένια
Προφέρεται με συνίζηση ως παροξύτονο.
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

αχυρένιος < άχυρ(ο) + -ένιος

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐χυ‐ρέ‐νιος

Επίθετο

αχυρένιος, -α, -ο

  • που έχει κατασκευαστεί από άχυρο

Άλλες μορφές

Μεταφράσεις