ανεύθυνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ανεύθυνος < αρχαία ελληνική ἀνεύθυνος
Επίθετο[επεξεργασία]
ανεύθυνος
- που δεν επιδεικνύει την απαιτούμενη υπευθυνότητα, που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του
- που δεν είναι υπαίτιος για κάποιο γεγονός
- ανεύθυνος άρχοντας: ο ανώτατος άρχοντας (βασιλιάς ή πρόεδρος της δημοκρατίας) από τον οποίο δεν είναι δυνατόν να ζητηθούν ευθύνες για τις πράξεις του
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ανεύθυνος