ζόρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ διαγραφή των interwikis |
||
Γραμμή 75: | Γραμμή 75: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[en:ζόρι]] |
|||
[[mg:ζόρι]] |
Αναθεώρηση της 15:03, 30 Απριλίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ζόρι | τα | ζόρια |
γενική | του | ζοριού | των | ζοριών |
αιτιατική | το | ζόρι | τα | ζόρια |
κλητική | ζόρι | ζόρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- ζόρι < Πρότυπο:ετυμ tr zor < Πρότυπο:ετυμ fa زور (zōr: δύναμη) < μέση περσική zwl (zōr)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ζόρι ουδέτερο
- η άσκηση δύναμης πάνω σε ένα αντικείμενο
- αυτή βίδα δεν ξεβιδώνει με τίποτα, θέλει πολύ ζόρι
- η άσκηση ψυχολογικής πίεσης ή η χρήση απειλών
- μίλησέ του γλυκά, δε σηκώνει ζόρια αυτός
- η χρήση βίας
- αν δε μου δώσεις αυτό που θέλω, θα το πάρω με το ζόρι
- με το ζόρι: με τη βία, στανικώς
Συγγενικά
εκφράσεις
- «με το ζόρι παντρειά»