ηλεκτρομαγνητισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ηλεκτρομαγνητισμός οι ηλεκτρομαγνητισμοί
      γενική του ηλεκτρομαγνητισμού των ηλεκτρομαγνητισμών
    αιτιατική τον ηλεκτρομαγνητισμό τους ηλεκτρομαγνητισμούς
     κλητική ηλεκτρομαγνητισμέ ηλεκτρομαγνητισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ηλεκτρομαγνητισμός < ηλεκτρο- + μαγνητισμός, λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική electromagnetism[1]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ηλεκτρομαγνητισμός αρσενικό

  • (φυσική) κλάδος της φυσικής που εξετάζει τη σχέση ηλεκτρικών πεδίων, μαγνητικών πεδίων, ηλεκτρικού ρεύματος και κινούμενων ηλεκτρικών φορτίων

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]