μεταγραφειοκρατικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεταγραφειοκρατικός η μεταγραφειοκρατική το μεταγραφειοκρατικό
      γενική του μεταγραφειοκρατικού της μεταγραφειοκρατικής του μεταγραφειοκρατικού
    αιτιατική τον μεταγραφειοκρατικό τη μεταγραφειοκρατική το μεταγραφειοκρατικό
     κλητική μεταγραφειοκρατικέ μεταγραφειοκρατική μεταγραφειοκρατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεταγραφειοκρατικοί οι μεταγραφειοκρατικές τα μεταγραφειοκρατικά
      γενική των μεταγραφειοκρατικών των μεταγραφειοκρατικών των μεταγραφειοκρατικών
    αιτιατική τους μεταγραφειοκρατικούς τις μεταγραφειοκρατικές τα μεταγραφειοκρατικά
     κλητική μεταγραφειοκρατικοί μεταγραφειοκρατικές μεταγραφειοκρατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταγραφειοκρατικός < μετα- + γραφειοκρατικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική post-bureaucratic)

Επίθετο[επεξεργασία]

μεταγραφειοκρατικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]