χαίρομαι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χαίρομαι < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή χαίρομαι< μεσοπαθητική φωνή του αρχαίου χαίρω
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈçe.ɾo.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χαί‐ρο‐μαι
Ρήμα
[επεξεργασία]χαίρομαι, πρτ.: χαιρόμουν, απαρ.: χαρεί, αόρ.: χάρηκα (αποθετικό ρήμα)
- νιώθω χαρά, ευτυχία, ενθουσιασμό
- απολαμβάνω κάτι, θαυμάζω
- ⮡ Πήγαμε βόλτα στην προκυμαία και χαρήκαμε το ηλιοβασίλεμα.
- ⮡ Τι όμορφο παιδί! Χαίρεται κανείς να το βλέπει.
- ≈ συνώνυμα: ευχαριστιέμαι, απολαμβάνω, αγάλλομαι, χαίρω
- (ειρωνικό)
- ⮡ Να σε χαίρεται η μάνα σου που σ' έφτιαξε έτσι!
- (χαιρέκακα)
- ⮡ Οταν έχασε την περιουσία του, το χάρηκα γιατί ήταν πολύ σκληρός άνθρωπος.
- ⮡ ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται
- (αρνητικά)
- ⮡ Δε χάρηκε τα νιάτα του (δεν ευχαριστήθηκε ζώντας τα νεανικά του χρόνια)
- (ευχή)
- ⮡ Να χαίρεστε την ονομαστική σας εορτή!
- ⮡ Να το χαίρεστε!!! (για νεογέννητο)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]→ και δείτε τη λέξη χαίρω
Παροιμίες
[επεξεργασία]Σύνθετα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- για το χαρούμενος → δείτε τη λέξη χαίρω
- → δείτε τις λέξεις χαίρω και χαίρε
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] απολαμβάνω
→ δείτε τις λέξεις απολαμβάνω, αγάλλομαι και ευχαριστιέμαι |
Πηγές
[επεξεργασία]- χαίρομαι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- χαίρομαι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χαίρομαι (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική χαίρω
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]χαίρομαι
- (ελληνιστική κοινή) μεσοπαθητική φωνή του ρήματος χαίρω
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ρήματα χωρίς ενεργητική φωνή (νέα ελληνικά)
- Ρήματα χωρίς μετοχή παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
- Ειρωνικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Δημιουργία λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ρηματικοί τύποι (ελληνιστική κοινή)
- Ρηματικές φωνές (ελληνιστική κοινή)
- Ρήματα στη μεσοπαθητική φωνή (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)