modal verb

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
modal verb modal verbs

Ετυμολογία [επεξεργασία]

modal verb < → δείτε τις λέξεις modal και verb
παραδείγματα: αγγλικά modal verbs:

αρνητικά:


Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

modal verb (en)

Υπερώνυμα[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

Στα αγγλικά, τα modal verbs είναι είδος ρημάτων βοηθητικών ρημάτων (auxiliary verb) για την έκραση τροπικότητας. Έχουν διαφορά από τα ομαλά ρήματα. Τα χαρακτηριστικά τους:

  • Κλίνονται στον ενεστώτα (δεν έχουν άλλους χρόνους).
  • Δεν αλλάζουν μορφή με το α’/β´/γ’πρόσωπο.
  • Στην άρνηση του ενεστώτα τοποθετείται το not μετά το modal verb.
  • Μετά το modal verb ακολουθεί πάντα ένα απαρέμφατο.

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Ανδριώτου, Βασιλεία-Ειρήνη. Ερικέττη Μεταξά (2006) Διδάσκοντας την επιστημική τροπικότητα της αγγλικής με παράλληλα κείμενα. Διαγλωσσικές Θεωρήσεις, 2016 Ειδικό τεύχος (313-338) pdf@metafraseiw.enl.uoa.gr

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • modal verb στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια