χαμηλοτάβανος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /xa.mi.loˈta.va.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐μη‐λο‐τά‐βα‐νος
Επίθετο[επεξεργασία]
χαμηλοτάβανος, -η, -ο
- που έχει χαμηλό ταβάνι, άρα μικρό ύψος
- ↪ χαμηλοτάβανο δωμάτιο
- ≠ αντώνυμα: ψηλοτάβανος