ψυχρόαιμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ψυχρόαιμος < ψυχρός + -ο- + αίμα + -ος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική cold-blooded)
Επίθετο
[επεξεργασία]ψυχρόαιμος, -η, -ο
- (ζωολογία) (βιολογία) που δεν έχει σταθερή θερμοκρασία σώματος, αλλά ανάλογη με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ψυχρόαιμος