ῥεῦμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | ῥεῦμᾰ | τὰ | ῥεύμᾰτᾰ |
γενική | τοῦ | ῥεύμᾰτος | τῶν | ῥευμᾰ́των |
δοτική | τῷ | ῥεύμᾰτῐ | τοῖς | ῥεύμᾰσῐ(ν) |
αιτιατική | τὸ | ῥεῦμᾰ | τὰ | ῥεύμᾰτᾰ |
κλητική ὦ! | ῥεῦμᾰ | ῥεύμᾰτᾰ | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ῥεύμᾰτε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ῥευμᾰ́τοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'κτῆμα' όπως «κτῆμα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ῥεῦμα, -ατος ουδέτερο
- (κυριολεκτικά, μεταφορικά) αυτό που ρέει, κυλάει όπως το ρεύμα ποταμού, πλημμύρα, περίσσεια, αφθονία, ροή μεγάλου αριθμού ομοειδών, π.χ. ανθρώπων κ.λπ.
- ※ 6ος/5ος↑ αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 412 (412-413)
- τὰ πρῶτα μέν νυν ῥεῦμα Περσικοῦ στρατοῦ | ἀντεῖχεν·
- Λοιπόν, βαστούσε στην αρχή καλά το ρέμα | του στόλου των Περσών,
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- τὰ πρῶτα μέν νυν ῥεῦμα Περσικοῦ στρατοῦ | ἀντεῖχεν·
- ※ 6ος/5ος↑ αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 88 (87-90)
- δόκιμος δ᾽ οὔτις ὑποστὰς | μεγάλῳ ῥεύματι φωτῶν | ἐχυροῖς ἕρκεσιν εἴργειν | ἄμαχον κῦμα θαλάσσας·
- Και ποιός θα ᾽ταν ικανός να σταθεί αντίκρυ | στης ανθρώπινης το ρέμα της πλημμύρας | και με φράχτες, όσο στέριους, να κρατήσει | τ᾽ απολέμητο της θάλασσας το κύμα;
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- δόκιμος δ᾽ οὔτις ὑποστὰς | μεγάλῳ ῥεύματι φωτῶν | ἐχυροῖς ἕρκεσιν εἴργειν | ἄμαχον κῦμα θαλάσσας·
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 75.2
- καὶ οὐ πολὺ ὕστερον ἐς τὸν Πόντον ἐσπλεύσας Λάμαχος, ἐν τῇ Ἡρακλεώτιδι ὁρμίσας ἐς τὸν Κάλητα ποταμὸν ἀπόλλυσι τὰς ναῦς ὕδατος ἄνωθεν γενομένου καὶ κατελθόντος αἰφνιδίου τοῦ ῥεύματος·
- Λίγο αργότερα, ο Λάμαχος που είχε πάει στον Εύξεινο Πόντο και είχε αράξει στην Ηρακλειώτιδα, στις εκβολές του ποταμού Κάλη, έχασε όλα του τα καράβια από νεροποντή που έπεσε στα βουνά και φούσκωσε ξαφνικά το ρεύμα του ποταμού.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- καὶ οὐ πολὺ ὕστερον ἐς τὸν Πόντον ἐσπλεύσας Λάμαχος, ἐν τῇ Ἡρακλεώτιδι ὁρμίσας ἐς τὸν Κάλητα ποταμὸν ἀπόλλυσι τὰς ναῦς ὕδατος ἄνωθεν γενομένου καὶ κατελθόντος αἰφνιδίου τοῦ ῥεύματος·
- ※ 1ος/2ος↓ αιώνας Αρριανός, Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις, 5.9.4
- ἄλλως τε ἐν μὲν τῷ τότε οἱ ποταμοὶ πάντες οἱ Ἰνδικοὶ πολλοῦ τε ὕδατος καὶ θολεροῦ ἔρρεον καὶ ὀξέος τοῦ ῥεύματος·
- Άλλωστε, όλοι οι ινδικοί ποταμοί έρρεαν τότε με πολύ θολό νερό και είχαν ορμητικό το ρεύμα τους,
- Μετάφραση (1986), Θ.Χ. Σαρικάκης, @greek‑language.gr
- ἄλλως τε ἐν μὲν τῷ τότε οἱ ποταμοὶ πάντες οἱ Ἰνδικοὶ πολλοῦ τε ὕδατος καὶ θολεροῦ ἔρρεον καὶ ὀξέος τοῦ ῥεύματος·
- ※ 1ος/2ος↓ αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Ηθικά, Τῶν ἑπτὰ σοφῶν συμπόσιον, 159b
- τῷ γὰρ ὄντι τοῦτ᾽ ἐστὶ τὸ μίασμα τῆς σαρκὸς ἡμῶν καὶ ὁ τάρταρος ὡς ἐν Ἅιδου, δεινῶν τινων ῥευμάτων καὶ πνεύματος ὁμοῦ καὶ πυρὸς συμπεφυρμένου καὶ νεκρῶν περίπλεως.
- Γιατί πραγματικά αυτό είναι το μίασμα της σάρκας μας και ο τάρταρος του σώματός μας, που, σαν τον Τάρταρο του Άδη, είναι γεμάτος από τρομερά ρεύματα, από αέρα ανακατεμένο με φωτιά, και από πτώματα.
- Μετάφραση (2004), Δημήτριος Λυπουρλής, @greek‑language.gr
- τῷ γὰρ ὄντι τοῦτ᾽ ἐστὶ τὸ μίασμα τῆς σαρκὸς ἡμῶν καὶ ὁ τάρταρος ὡς ἐν Ἅιδου, δεινῶν τινων ῥευμάτων καὶ πνεύματος ὁμοῦ καὶ πυρὸς συμπεφυρμένου καὶ νεκρῶν περίπλεως.
- ※ 6ος/5ος↑ αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 412 (412-413)
- ρυάκι, χείμαρρος
- ※ 4oς↑ αιώνας ⌘ Αριστοτέλης, ᾿Αριστοτέλους φυσικά προβλήματα κατ᾿ εἶδος συναγώγης, Ὅσα περὶ σωφροσύνην καὶ ἀκολασίαν, καὶ ἐγκράτειαν καὶ ἀκρασίαν, 28.1 @scaife.perseus
- καθάπερ χιόνος πολλῆς, ῥεύματα ἁδρὰ συμβαίνει γίνεσθαι.
- ※ 4oς↑ αιώνας ⌘ Αριστοτέλης, ᾿Αριστοτέλους φυσικά προβλήματα κατ᾿ εἶδος συναγώγης, Ὅσα περὶ σωφροσύνην καὶ ἀκολασίαν, καὶ ἐγκράτειαν καὶ ἀκρασίαν, 28.1 @scaife.perseus
- (για ηφαίστειο) ρυάκι λάβας, έκρηξη λάβας
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 3, 116.2
- λέγεται δὲ πεντηκοστῷ ἔτει ῥυῆναι τοῦτο μετὰ τὸ πρότερον ῥεῦμα, τὸ δὲ ξύμπαν τρὶς γεγενῆσθαι τὸ ῥεῦμα ἀφ᾽ οὗ Σικελία ὑπὸ Ἑλλήνων οἰκεῖται.
- Λένε ότι είχε να γίνει τέτοιο πράγμα πενήντα χρόνια και ότι, από τότε που η Σικελία κατοικήθηκε από Έλληνες, είχε συμβεί, τρεις φορές.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- Λέγεται ότι η έκρηξις αύτη έγινε πενήντα έτη μετά την προηγουμένην, και ότι αφότου κατοικούν Έλληνες εις την Σικελίαν, τρεις εν όλω εκρήξεις έλαβον χώραν.
- Μετάφραση στη Βικιθήκη:Ελευθέριος Βενιζέλος
- Λένε ότι είχε να γίνει τέτοιο πράγμα πενήντα χρόνια και ότι, από τότε που η Σικελία κατοικήθηκε από Έλληνες, είχε συμβεί, τρεις φορές.
- λέγεται δὲ πεντηκοστῷ ἔτει ῥυῆναι τοῦτο μετὰ τὸ πρότερον ῥεῦμα, τὸ δὲ ξύμπαν τρὶς γεγενῆσθαι τὸ ῥεῦμα ἀφ᾽ οὗ Σικελία ὑπὸ Ἑλλήνων οἰκεῖται.
- ※ 4oς↑ αιώνας ⌘ Αριστοτέλης, Περὶ θαυμασίων ἀκουσμάτων (Mirabilium auscultationes) 105.5, 840a - @scaife.perseus
- καὶ τοῦ περὶ τὴν Αἴτνην ῥεύματος πολλάκις τὴν χώραν ἐπιδεδραμηκότος.
- ※ 4oς↑ αιώνας ⌘ Αριστοτέλης, Περὶ θαυμασίων ἀκουσμάτων (Mirabilium auscultationes) 154.1 - @scaife.perseus
- Τῶν ἐν Αἲτνῃ κρατήραων ἀναρραγέντων καὶ ἀνὰ τὴν γῆν φερομένων ἔνθα καὶ ἔνθα χειμάρρου δίκην, τὸ τῶν εὐσεβῶν γένος ἐτίμησε τὸ δαιμόνιον. Περικαταληφθέντων γὰρ ὑπὸ τοῦ ῥεύματος διὰ τὸ βαστάζειν γέροντας ἐπὶ τῶν ὥμων γονεῖς καὶ σώζειν, πλησίον αὠτῶν γενόμενον τὸ τοῦ πυρὸς ῥεῦμα ἐξεσχίσθη,
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 3, 116.2
- (μετεωρολογία) πλημμύρα
- (μεταφορικά) ορμή, σφοδρότητα
- αυτό που μονίμως αλλάζει, που παρουσιάζει σταθερά διακυμάνσεις
- ↪ τὸ τῆς τύχης ῥεῦμα μεταπίπτει ταχύ
- (ιατρική) εκκρίσεις του οργανισμού, απέκκριση, καταρροή
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ ἀρχαίας ἰητρικῆς, (De prisca medicina), 18, p.614, @scaife.perseus
- Τοῦτο μὲν, ὅσοισιν ἂν ἡμέων κόρυζα ἐγγένηται καὶ ῥεῦμα κινηθῇ διὰ τῶν ῥινέων, τοῦτο ὡς πολὺ δριμύτερον τοῦ πρότερον γινομένου τε καὶ ἰόντος ἐκ τῶν ῥινέων καθ ἑκάστην ἡμέρην, καὶ οἰδέειν μὲν ποιέει τὴν ῥῖνα,
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Γυναικεῖα, (De muliebribus), 2.112,@scaife.perseus
- Ἐπειδὰν δὲ τὸ ῥεῦμα στῇ, ἀγριελαίης φύλλα ἑψήσας ἐν ὄξει ὡς ὀξυτάτῳ, διανιψάσθω τὰ αἰδοῖα·
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, Περὶ ἀρχαίας ἰητρικῆς, (De prisca medicina), 18, p.614, @scaife.perseus
[επεξεργασία]
- → και δείτε τη λέξη ῥέω
[επεξεργασία]
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές[επεξεργασία]
- ῥεῦμα - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ῥεῦμα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'κτῆμα' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κτῆμα' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπερισπώμενες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μα (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Αισχύλο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Θουκυδίδη (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Μετεωρολογία (αρχαία ελληνικά)
- Ιατρική (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από ιατρικά κείμενα (αρχαία ελληνικά)
- Υποκοριστικά ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)