μεταξοτυπία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μεταξοτυπία οι μεταξοτυπίες
      γενική της μεταξοτυπίας των μεταξοτυπιών
    αιτιατική τη μεταξοτυπία τις μεταξοτυπίες
     κλητική μεταξοτυπία μεταξοτυπίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταξοτυπία < μετάξι + -ο- + τύπος + -ία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /me.ta.kso.tiˈpi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐τα‐ξο‐τυ‐πί‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεταξοτυπία θηλυκό

  1. (τυπογραφία) σύστημα εκτύπωσης κατά το οποίο χρησιμοποιείται τεντωμένο μεταξωτό (ή κι από άλλο υλικό) ύφασμα ως μήτρα
  2. (τυπογραφία, κατ’ επέκταση) το αποτέλεσμα της ως άνω εκτύπωσης

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]