standard
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- standard < (κληρονομημένο) μέση αγγλική standard < παλαιά γαλλική estandart (τόπος συνάθροισης) < φραγκική *standahard → δείτε τις λέξεις stand και hard [1]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
standard (en)
- καθιερωμένος
- ※ HTML is the standard markup language for web pages. [2]
- Η HTML είναι η καθιερωμένη γλώσσα σήμανσης για ιστοσελίδες.
- ※ HTML is the standard markup language for web pages. [2]
- πρότυπος
- τυποποιημένος
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
standard (en)
- αρχέτυπο
- πρότυπο, προδιαγραφή συνήθως στον πληθυντικό, υπόδειγμα
- ↪ leading standards of reliability - κορυφαία πρότυπα αξιοπιστίας
- καθιερωμένος, κανονικός, σταθερός, στερεότυπος, κλασικός
- βάση, βάθρο, κίονας, στύλος
- κοντάρι, κοντάρι σημαίας
- στήριγμα (μηχανής)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- standard-bearer
- standard error
- standard input
- standard issue
- standard lib
- standard of living
- standard output
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
standard στην αγγλική Βικιπαίδεια
[επεξεργασία]
- ↑ standard - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- ↑ (αγγλικά) HTML Tutorial. Αρχειοθέτηση 2020-11-05. Πρόσβαση 2020-11-06.
Πηγές[επεξεργασία]
- standard - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
- standard - Oxford Learner's Dictionaries
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
standard | standards |
standard (fr) αρσενικό
- το στάνταρ
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
standard (pl) αρσενικό
[επεξεργασία]
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
standard (ro)
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα φραγκικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επίθετα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αγγλικά)
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (πολωνικά)
- Πολωνική γλώσσα
- Ουσιαστικά (πολωνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (πολωνικά)
- Ρουμανική γλώσσα
- Επίθετα (ρουμανικά)