γίγαντας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
αφαίρεση 'ρητά', από Πρότυπο ανωνύμου
Γραμμή 19: Γραμμή 19:
===={{εκφράσεις}}====
===={{εκφράσεις}}====
* '''γίγαντας με πήλινα πόδια''': ...
* '''γίγαντας με πήλινα πόδια''': ...

==={{ρητά}}===
<code>Bernard of Chartres</code></span> <span style="font-size:80%">και</span> <code>Isaac Newton</code><br><br>
• {{el}}: '''στεκόμενος σε ώμους γιγάντων'''<br>
• {{en}}: '''standing on the shoulders of giants'''<br>
• {{la}}: '''nanos gigantum humeris insidentes'''<br>


===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====

Αναθεώρηση της 15:07, 27 Ιουλίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γίγαντας οι γίγαντες
      γενική του γίγαντα των γιγάντων
    αιτιατική τον γίγαντα τους γίγαντες
     κλητική γίγαντα γίγαντες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

γίγαντας < αρχαία ελληνική Γίγας

Ουσιαστικό

γίγαντας αρσενικό (θηλυκό: γιγάντισσα)

  1. μυθικό ον που συναντάται σε πολλές από τις μυθολογίες του κόσμου· ανθρωπόμορφος αλλά με ύψος και δύναμη πολλές φορές μεγαλύτερα από του κανονικού ανθρώπου
  2. (μεταφορικά) άνθρωπος με ύψος πολύ μεγαλύτερο από το μέσο όρο
    κάτω από το καλάθι την άμυνα έβγαζε ένας γίγαντας των 2.10
     συνώνυμα: γιγαντόσωμος, μεγαλόσωμος, ψηλόσωμος, υψηλόσωμος
     αντώνυμα: νάνος
  3. που θεωρείται σημαντική μορφή στον τομέα του
    ο Σοπενάουερ είναι ένας από τους γίγαντες της γερμανικής φιλοσοφίας
  4. (λαϊκότροπο) φιλική προσφώνηση (το γίγαντας (όπως και τα: μεγάλος, τεράστιος κτλ.) αποτελεί εγκωμιαστική φιλική προσφώνηση αντίθετα το μα.λάκας υποτιμητική, και τα δύο δημώδη)
    που 'σαι ρε γίγαντα!, έλα ρε γίγαντα! (συνηθέστερο σε παλαιότερες δεκαετίες ή σε λαϊκές πυκνοκατοικημένες γειτονιές)
  5. (στον πληθ. γίγαντες → δείτε τη λέξη ) ποικιλία φασολιών.

Εκφράσεις

  • γίγαντας με πήλινα πόδια: ...

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις