συμβατός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
{{βασδε}} |
||
Γραμμή 17: | Γραμμή 17: | ||
#* να χρησιμοποιηθεί με συγκεκριμένη [[συσκευή]]· λέγεται για [[εξάρτημα|εξαρτήματα]] υπολογιστών |
#* να χρησιμοποιηθεί με συγκεκριμένη [[συσκευή]]· λέγεται για [[εξάρτημα|εξαρτήματα]] υπολογιστών |
||
#* να λειτουργήσει ισοδύναμα με κάποιο, ευρύτερα γνωστό και χρησιμοποιούμενο, σύστημα |
#* να λειτουργήσει ισοδύναμα με κάποιο, ευρύτερα γνωστό και χρησιμοποιούμενο, σύστημα |
||
# {{βασδε}}, (στο [[σχεσιακό μοντέλο]]) '''συμβατές''' λέγονται δύο [[σχέση|σχέσεις]] <math>R(A_1,A_2,...A_n)</math> και <math>S(A_1,A_2,...A_n)</math>, που έχουν τον ίδιο [[βαθμός|βαθμό]] <math>n</math> και τα ίδια [[πεδίο ορισμού|πεδία ορισμού]] για της [[πλειάδα|πλειάδες]] τους, δηλαδή <math>dom(A_i)=dom(B_i)</math> για <math>1 \leq i \leq n</math> |
|||
===={{συγγενικά}}==== |
===={{συγγενικά}}==== |
Αναθεώρηση της 01:46, 13 Φεβρουαρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | συμβατός | η | συμβατή | το | συμβατό |
γενική | του | συμβατού | της | συμβατής | του | συμβατού |
αιτιατική | τον | συμβατό | τη | συμβατή | το | συμβατό |
κλητική | συμβατέ | συμβατή | συμβατό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | συμβατοί | οι | συμβατές | τα | συμβατά |
γενική | των | συμβατών | των | συμβατών | των | συμβατών |
αιτιατική | τους | συμβατούς | τις | συμβατές | τα | συμβατά |
κλητική | συμβατοί | συμβατές | συμβατά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- συμβατός < ελληνιστική συμβατός < συμβαίνω
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; αρσενικό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; θηλυκό
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; ουδέτερο
Επίθετο
συμβατός, -ή, -ό
- που καθορίζεται από σύμβαση
- που μπορεί να υπάρξει με κάτι άλλο
- που ταιριάζει και χρησιμοποιείται με κάτι άλλο
- Πρότυπο:πληροφ που μπορεί:
- να εκτελεστεί από συγκεκριμένο υπολογιστή· λέγεται για πρόγραμμα
- να χρησιμοποιηθεί με συγκεκριμένη συσκευή· λέγεται για εξαρτήματα υπολογιστών
- να λειτουργήσει ισοδύναμα με κάποιο, ευρύτερα γνωστό και χρησιμοποιούμενο, σύστημα
- Πρότυπο:βασδε, (στο σχεσιακό μοντέλο) συμβατές λέγονται δύο σχέσεις και , που έχουν τον ίδιο βαθμό και τα ίδια πεδία ορισμού για της πλειάδες τους, δηλαδή για
Συγγενικά
Μεταφράσεις
συμβατός