ευσταχιανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ευσταχιανός < (λόγιο δάνειο) νεολατινική eustachianus < Μπαρτολομέο Ευστάχιος (Bartolomeo Eustachi), ιταλός γιατρός και ανατόμος του 16ου αιώνα
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ef.sta.çi.aˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ευ‐στα‐χι‐α‐νός
Επίθετο[επεξεργασία]
ευσταχιανός, -ή, -ό
- (ανατομία) που αφορά το σωλήνα που συνδέει το ρινοφάρυγγα με την κοιλότητα του μέσου ωτός, ο οποίος συμβάλλει στην εξίσωση της πίεσης και στις δύο πλευρές του τυμπάνου
- (σπάνιο) που αφορά τον Μπαρτολομέο Ευστάχιος (Bartolomeo Eustachi)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ευσταχιανός
Πηγές[επεξεργασία]
- ευσταχιανός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ευσταχιανός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα νεολατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα νεολατινικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ανατομία (νέα ελληνικά)
- Σπάνιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)