ευγενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{el-κλίσ-'συνεχής'|ευγεν}} |
{{el-κλίσ-'συνεχής'|ευγεν}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' {{αρχ}} [[εὐγενής]] |
: '''{{PAGENAME}}''' {{αρχ}} [[εὐγενής]]σκατα |
||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
Αναθεώρηση της 17:23, 24 Ιανουαρίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | ευγενής | η | ευγενής | το | ευγενές |
γενική | του | ευγενούς* | της | ευγενούς | του | ευγενούς |
αιτιατική | τον | ευγενή | την | ευγενή | το | ευγενές |
κλητική | ευγενή(ς) | ευγενής | ευγενές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | ευγενείς | οι | ευγενείς | τα | ευγενή |
γενική | των | ευγενών | των | ευγενών | των | ευγενών |
αιτιατική | τους | ευγενείς | τις | ευγενείς | τα | ευγενή |
κλητική | ευγενείς | ευγενείς | ευγενή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- ευγενής αρχαία ελληνική εὐγενήςσκατα
Επίθετο
ευγενής -ής -ές, συγκριτικός ευγενέστερος, υπερθετικός ευγενέστατος
- αριστοκρατικός
- ευγενής καταγωγή
- ο ευγενικός στην συμπεριφορά
Συγγενικά
Μεταφράσεις
ευγενής
Ουσιαστικό
ευγενής αρσενικό
- ο καταγόμενος από αριστοκρατική οικογένεια, που ανήκει σ' αυτή την κοινωνική τάξη· που έχει τίτλο ευγενείας· ο αριστοκράτης
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ευγενησ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ευγενήσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'ευγενής'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ευγενησ».