Μαργαρίτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μαργαρίτα | οι | Μαργαρίτες |
γενική | της | Μαργαρίτας | — | |
αιτιατική | τη | Μαργαρίτα | τις | Μαργαρίτες |
κλητική | Μαργαρίτα | Μαργαρίτες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μαργαρίτα < μαργαρίτα < ιταλική margarita < λατινική margarita < ελληνιστική κοινή μαργαρίτης (αντιδάνειο) < περσική
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μαργαρίτα θηλυκό
[επεξεργασία]
- Μαργαριτούλα
- Μαργαρώ
- Μάγκυ
- Πέγκυ
- Μάργκαρετ
- Μαργαριτάκι
- → δείτε τη λέξη μαργαρίτα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Μαργαρίτα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Αντιδάνεια (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)