αείφυλλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /aˈi.fi.los/
Επίθετο[επεξεργασία]
αείφυλλος, -η, -ο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αείφυλλος
→ δείτε τη λέξη αειθαλής |