βάσις: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 28: | Γραμμή 28: | ||
#[[σειρά]] |
#[[σειρά]] |
||
#[[βάση]] |
#[[βάση]] |
||
===={{σύνθετα}}==== |
|||
*[[ἀκρόβασις]] |
|||
*[[ἀμφίβασις]] |
|||
*[[ἀνάβασις]] |
|||
*[[ἀντίβασις]] |
|||
*[[ἀπόβασις]] |
|||
*[[βάσιμος]] |
|||
*[[διάβασις]] |
|||
*[[εἴσβασις]] |
|||
*[[ἔκβασις]] |
|||
*[[ἔμβασις]] |
|||
*[[ἐπίβασις]] |
|||
*[[κατάβασις]] |
|||
*[[μετάβασις]] |
|||
*[[παράβασις]] |
|||
*[[περίβασις]] |
|||
*[[πρόβασις]] |
|||
*[[πρόσβασις]] |
|||
*[[σύμβασις]] |
|||
*[[ὑπέρβασις]] |
|||
*[[ὑπόβασις]] |
|||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 21:51, 12 Ιουλίου 2015
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
βάσις < αρχαία ελληνική βάσις < βαίνω
Ουσιαστικό
βάσις θηλυκό
- (καθαρεύουσα) (λόγιο) άλλη μορφή του βάση
Μεταφράσεις
βάσις
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | βάσῐς | αἱ | βάσεις |
γενική | τῆς | βάσεως | τῶν | βάσεων |
δοτική | τῇ | βάσει | ταῖς | βάσεσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | βάσῐν | τὰς | βάσεις |
κλητική ὦ! | βάσῐ | βάσεις | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | βάσει | ||
γεν-δοτ | τοῖν | βασέοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
βάσις < βαίνω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *gʷem-
Ουσιαστικό
βάσις θηλυκό
Σύνθετα
Κατηγορίες:
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πόλις' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πόλις' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πόλις' θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πόλις' παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
- Ουσιαστικά της καθαρεύουσας
- Λέξεις της καθαρεύουσας