φλεγμονή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 17: Γραμμή 17:
* [[φλεγμονώδης]]
* [[φλεγμονώδης]]
* [[φλέγω]]
* [[φλέγω]]
* [[φλόγα]]


===={{βλέπε}}====
===={{βλέπε}}====

Αναθεώρηση της 12:14, 31 Μαΐου 2016

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φλεγμονή οι φλεγμονές
      γενική της φλεγμονής των φλεγμονών
    αιτιατική τη φλεγμονή τις φλεγμονές
     κλητική φλεγμονή φλεγμονές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φλεγμονή < αρχαία ελληνική φλεγμονή (οίδημα, πρήξιμο, φλόγωση, οργή) < φλέγμα

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

φλεγμονή θηλυκό

  • η τοπική αντίδραση του οργανισμού στην μόλυνση από παθογόνους μικροοργανισμούς, η οποία εκδηλώνεται με τοπικό οίδημα, πόνο, κοκκίνισμα και, πιθανόν, πυρετό

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις