πιρούνι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Anadelph2 (συζήτηση | συνεισφορές)
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Anadelph2 (συζήτηση | συνεισφορές)
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Γραμμή 47: Γραμμή 47:
* {{srn}} : [[forku]]
* {{srn}} : [[forku]]
* {{tr}} : {{τ|tr|çatal}}
* {{tr}} : {{τ|tr|çatal}}
* {{fo}} : {{τ|fo|gaffil|noentry=1}}
* {{tl}} : {{τ|tl|tinidór|noentry=1}}
* {{tl}} : {{τ|tl|tinidór|noentry=1}}
* {{fi}} : {{τ|fi|haarukka}}
* {{fi}} : {{τ|fi|haarukka}}
* {{fy}} : {{τ|fy|foarke|noentry=1}}
* {{fy}} : {{τ|fy|foarke|noentry=1}}
* {{fo}} : {{τ|fo|gaffil|noentry=1}}
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}



Αναθεώρηση της 21:03, 1 Αυγούστου 2018

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πιρούνι τα πιρούνια
      γενική του πιρουνιού των πιρουνιών
    αιτιατική το πιρούνι τα πιρούνια
     κλητική πιρούνι πιρούνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
μεταλλικό πιρούνι(1)
Μπροστινό πιρούνι (2)

Ετυμολογία

πιρούνι < μεσαιωνική ελληνική πιρούνι < (ελληνιστική κοινή) περόνιον < αρχαία ελληνική περόνη < πείρω

Ουσιαστικό

πιρούνι ουδέτερο

  1. σκεύος σερβιρίσματος για λήψη στερεού φαγητού, με λαβή και αιχμές
    το πιρούνι για τη σαλάτα διαφέρει από το πιρούνι για το κρέας
  2. Πρότυπο:τεχνο τμήμα του σκελετού των οχημάτων στο οποίο εφαρμόζει συνήθως το αμορτισέρ
    τα πιρούνια της μηχανής μου είναι επιχρωμιωμένα
  3. Πρότυπο:τεχνο κινητό εξάρτημα περονοφόρου οχήματος
  4. Πρότυπο:τεχνο ακραίο τμήμα περονοφόρου αρπάγης ή σκαπτικού
  5. Πρότυπο:ναυτ Πρότυπο:ιδιωμ ο διπλός πρόβολος των καλωδιακών πλοίων, φραγματοθέτιδων, φαλαινοθηρικών και μεγάλων αλιευτικών
  6. Πρότυπο:ναυτ αλιευτικό εργαλείο που φέρεται σε άκρη κονταριού, κοινώς καμάκι
  7. Πρότυπο:ναυτ η άκρη του βέλους, ή όλο το βέλος του ψαροντούφεκου

Παράγωγα

Μεταφράσεις