προσβολή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτα: Αναιρέθηκε |
μ Ανάκληση των επεξεργασιών που έγιναν από τον 2A02:587:5FC9:7B00:1137:95F4:F574:9834 (συζήτηση) και επιστροφή στην τελευταία αναθεώρηση που είχε γίνει από την Sarri.greek Ετικέτα: Επαναφορά |
||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
#*: ''η '''προσβολή''' των εχθρικών θέσεων με πυρά πυροβολικού άρχισε στις 6 το πρωί'' |
#*: ''η '''προσβολή''' των εχθρικών θέσεων με πυρά πυροβολικού άρχισε στις 6 το πρωί'' |
||
#* την υγεία |
#* την υγεία |
||
#*: ''η πληγή που έμεινε ανοιχτή είχε σαν αποτέλεσμα την '''προσβολή''' της υγείας του ατόμου από διάφορα βακτηρίδια'' |
|||
#*: |
|||
#* της ηθική και την αξιοπρέπεια |
|||
#*:''δεν έχει ξεπεράσει ακόμα την '''προσβολή''' που του έγινε από τον γείτονα επάνω στο γλέντι'' |
#*:''δεν έχει ξεπεράσει ακόμα την '''προσβολή''' που του έγινε από τον γείτονα επάνω στο γλέντι'' |
||
#** {{σνκδ}} {{μτφρ}} [[υποτίμηση]] |
#** {{σνκδ}} {{μτφρ}} [[υποτίμηση]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 20:00, 12 Νοεμβρίου 2022
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προσβολή < αρχαία ελληνική προσβολή < προσβάλλω • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɾo.zvoˈli/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐σβο‐λή
- παλιότερος συλλαβισμός : προσ‐βο‐λή
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προσβολή θηλυκό
- η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προσβάλλω· η φυσική, λεκτική ή ηθική επίθεση ή βιαιοπραγία ή κτύπημα που έχει σα σκοπό να καταστρέψει, συνήθως:
- κάποιον στρατιωτικό στόχο
- η προσβολή των εχθρικών θέσεων με πυρά πυροβολικού άρχισε στις 6 το πρωί
- την υγεία
- η πληγή που έμεινε ανοιχτή είχε σαν αποτέλεσμα την προσβολή της υγείας του ατόμου από διάφορα βακτηρίδια
- της ηθική και την αξιοπρέπεια
- δεν έχει ξεπεράσει ακόμα την προσβολή που του έγινε από τον γείτονα επάνω στο γλέντι
- (συνεκδοχικά) (μεταφορικά) υποτίμηση
- αυτό είναι προσβολή στη νοημοσύνη μας
- κάποιον στρατιωτικό στόχο
- (νομικός όρος) αμφισβήτηση της εγκυρότητας