ασπρομάλλης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.spɾɔ.'ma.lis/
Επίθετο[επεξεργασία]
ασπρομάλλης, -α, -ικο
- αυτός που έχει άσπρα μαλλιά