ιπποπόταμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ιπποπόταμος < ελληνιστική κοινή ἱπποπόταμος < αρχαία ελληνική ἵππος (ιππο-) + ποταμός
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.poˈpo.ta.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ιπ‐πο‐πό‐τα‐μος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ιπποπόταμος αρσενικό
- (ζωολογία) χοντρό αμφίβιο τετράποδο θηλαστικό, ανήκει στην οικογένεια των Παχυδέρμων, ζει στα μεγάλα ποτάμια και λίμνες της Αφρικής
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ιπποπόταμος
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'αντίλαλος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ιππο- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ελληνική γλώσσα
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Ζωολογία (νέα ελληνικά)