σπαγκάτο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σπαγκάτο | τα | σπαγκάτα |
γενική | του | σπαγκάτου | των | σπαγκάτων |
αιτιατική | το | σπαγκάτο | τα | σπαγκάτα |
κλητική | σπαγκάτο | σπαγκάτα | ||
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σπαγκάτο < ιταλική spaccata• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /spaɲˈga.to/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σπα‐γκά‐το
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σπαγκάτο ουδέτερο
- χορευτικός ή γυμναστικός ελιγμός του ανοίγματος ή της ολίσθησης των ποδιών μέχρι αυτά να βρεθούν σε επίπεδη θέση στο πάτωμα σε γωνία 180 μοιρών, είτε πλάγια προς το σώμα είτε με το ένα πόδι μπροστά και το άλλο πίσω, κατεβάζοντας έτσι το σώμα εντελώς στο πάτωμα σε όρθια θέση
- ※ Πραγματοποιώντας μία μοναδική, νέα κίνηση, αυτή του αυτόματου σπαγκάτου, που με το κλείσιμο του ματιού έχει βρεθεί στον αέρα, στο έδαφος και πάλι στον αέρα, ενώ τα πόδια της έχουν ευθυγραμμισθεί με μία τέλεια χάρη, κατάφερε να αφήσει τους πάντες άφωνους.
- Άννα Μάνου, Η 21χρονη αθλήτρια ενόργανης που έγραψε ιστορία με μια νέα κίνηση και έγινε viral, womantoc.gr
- ※ Πραγματοποιώντας μία μοναδική, νέα κίνηση, αυτή του αυτόματου σπαγκάτου, που με το κλείσιμο του ματιού έχει βρεθεί στον αέρα, στο έδαφος και πάλι στον αέρα, ενώ τα πόδια της έχουν ευθυγραμμισθεί με μία τέλεια χάρη, κατάφερε να αφήσει τους πάντες άφωνους.
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σπαγκάτο
|
Πηγές[επεξεργασία]
- σπαγκάτο - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πεύκο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)