ἐπίλοιπος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / ἐπίλοιπος τὸ ἐπίλοιπον
      γενική τοῦ/τῆς ἐπιλοίπου τοῦ ἐπιλοίπου
      δοτική τῷ/τῇ ἐπιλοίπ τῷ ἐπιλοίπ
    αιτιατική τὸν/τὴν ἐπίλοιπον τὸ ἐπίλοιπον
     κλητική ! ἐπίλοιπε ἐπίλοιπον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ ἐπίλοιποι τὰ ἐπίλοιπ
      γενική τῶν ἐπιλοίπων τῶν ἐπιλοίπων
      δοτική τοῖς/ταῖς ἐπιλοίποις τοῖς ἐπιλοίποις
    αιτιατική τοὺς/τὰς ἐπιλοίπους τὰ ἐπίλοιπ
     κλητική ! ἐπίλοιποι ἐπίλοιπ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ ἐπιλοίπω τὼ ἐπιλοίπω
      γεν-δοτ τοῖν ἐπιλοίποιν τοῖν ἐπιλοίποιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «δύσκολος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἐπίλοιπος < ἐπί- + λοιπός (λείπω)

Επίθετο[επεξεργασία]

ἐπίλοιπος, -ος, -ον

  1. ο υπολειπόμενος, που απομένει, ο υπόλοιπος
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 4 (Μελπομένη), 28.2
    οὕτω μὲν δὴ τοὺς ὀκτὼ μῆνας διατελέει χειμὼν ἐών, τοὺς δ᾽ ἐπιλοίπους τέσσερας ψύχεα αὐτόθι ἐστί.
    Έτσι λοιπόν τους οχτώ μήνες έχουν συνέχεια χειμώνα, αλλά και τους άλλους τέσσερες κάνει κρύο σ᾽ αυτά τα μέρη.
    Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    ※  4ος↑ αιώνας Ἰσοκράτης, Ἑλένη, 58
    ὅσοι δ᾽ ἂν τὴν αὑτῶν ὥραν διαφυλάξωσιν ἄβατον τοῖς πονηροῖς ὥσπερ ἱερὸν ποιήσαντες, τούτους εἰς τὸν ἐπίλοιπον χρόνον ὁμοίως τιμῶμεν ὥσπερ τοὺς ὅλην τὴν πόλιν ἀγαθόν τι ποιήσαντας.
    εκείνους, εξάλλου, που διαφυλάσσουν την ομορφιά της νιότης τους ως ιερό απάτητο από τους πονηρούς ανθρώπους, αυτούς τους τιμούμε σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο θα τιμούσαμε τους ευεργέτες ολόκληρης της πόλης.
    Μετάφραση (2012): Αθανάσιος.Ι. Γιαγκόπουλος - Ζ.Ε Μαλαθούνη, Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας @greek‑language.gr
     συνώνυμα: ὑπολειφθείς (< ὑπολείπω, ὑπολείπoμαι)
  2. (για χρόνο) που πρόκειται να έρθει, επερχόμενος
    ※  6ος/5ος↑ αιώνας Πίνδαροςw, Ὀλυμπιονίκαιςw, 1. Ἱέρωνι Συρακοσίῳ κέλητι, 34 (1.34-1.35)
    ἁμέραι δ᾽ ἐπίλοιποι | μάρτυρες σοφώτατοι.
    όμως οι μέρες που θα ᾽ρθουν | σοφότατοι είναι μάρτυρες.
    Μετάφραση (2004): Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]