τίθημι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Αρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
---|---|---|
Ενεστώτας | τίθημι | τίθεμαι |
Παρατατικός | ἐτίθην | ἐτιθέμην |
Μέλλοντας | θήσω | θήσομαι, τεθήσομαι |
Αόριστος | ἔθηκα | ἐθέμην, ἐτέθην, ἐθηκάμην |
Παρακείμενος | τέθεικα, τέθηκα | τέθειμαι |
Υπερσυντέλικος | ||
Συντελ.Μέλλ. |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τίθημι < *θίθημι με ανομοίωση ⟨θ - θ > τ - θ⟩ < θέμα *θη- με αναδιπλασιασμό < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *dʰédʰeh₁- < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dʰeh₁- (τίθημι, θέτω)
Ρήμα
[επεξεργασία]τίθημι, μέση φωνή: τίθεμαι
- θέτω, τοποθετώ, βάζω κάτι κάπου
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 24 (ω. Σπονδαί.), στίχ. 485 (484-486)
- ἡμεῖς δ᾽ αὖ παίδων τε κασιγνήτων τε φόνοιο | ἔκλησιν θέωμεν· τοὶ δ᾽ ἀλλήλους φιλεόντων | ὡς τὸ πάρος, πλοῦτος δὲ καὶ εἰρήνη ἅλις ἔστω.»
- Εμείς για τα παιδιά τους και τα σκοτωμένα αδέλφια τους | προτείνουμε τη λήθη· όπως και πριν, έτσι και πάλι | να φιλιώσουν μεταξύ τους, ας γίνει ειρήνη, με περίσσια πλούτη.»
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἡμεῖς δ᾽ αὖ παίδων τε κασιγνήτων τε φόνοιο | ἔκλησιν θέωμεν· τοὶ δ᾽ ἀλλήλους φιλεόντων | ὡς τὸ πάρος, πλοῦτος δὲ καὶ εἰρήνη ἅλις ἔστω.»
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 10 (κ. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Αἴολον, Λαιστρυγόνας καὶ Κίρκην.), στίχ. 333 (333-335)
- ἀλλ᾽ ἄγε δὴ κολεῷ μὲν ἄορ θέο, νῶϊ δ᾽ ἔπειτα | εὐνῆς ἡμετέρης ἐπιβήομεν, ὄφρα μιγέντε | εὐνῇ καὶ φιλότητι πεποίθομεν ἀλλήλοισιν.»
- Αλλά κρατήσου τώρα, βάλε στη θήκη το σπαθί σου, ν᾽ ανέβουμε | κι οι δύο στην κλίνη μου, τα σώματά μας να σμίξουν στο κρεβάτι, | με την αγάπη να δεθούμε μεταξύ μας.»
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἀλλ᾽ ἄγε δὴ κολεῷ μὲν ἄορ θέο, νῶϊ δ᾽ ἔπειτα | εὐνῆς ἡμετέρης ἐπιβήομεν, ὄφρα μιγέντε | εὐνῇ καὶ φιλότητι πεποίθομεν ἀλλήλοισιν.»
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Χοηφόροι, στίχ. 145 (145-146)
- ταῦτ᾽ ἐν μέσῳ τίθημι τῆς κακῆς ἀρᾶς, | κείνοις λέγουσα τήνδε τὴν κακὴν ἀράν·
- Αυτά στη μέση της καλής ευχής μου βάζω | λέγοντας τις κακές για κείνους τις κατάρες.
- Μετάφραση, 1η έκδοση (1911): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Φέξης @greek‑language.gr
- ταῦτ᾽ ἐν μέσῳ τίθημι τῆς κακῆς ἀρᾶς, | κείνοις λέγουσα τήνδε τὴν κακὴν ἀράν·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι, στίχ. 1198
- κλῆρον τίθεσθε παῖδ᾽ ὅτου θανεῖν χρεών.
- Με κλήρο ορίστε τίνος παιδί πρέπει να σκοτωθεί.
- Μετάφραση (1972) Η Ιφιγένεια στην Αυλίδα: Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Εστία @greek‑language.gr
- κλῆρον τίθεσθε παῖδ᾽ ὅτου θανεῖν χρεών.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 24 (ω. Σπονδαί.), στίχ. 485 (484-486)
- (+αιτιατική ή +δοτική) δίνω κάτι σε κάποιον
- (+απαρέμφατο) θεωρώ ή τοποθετούμαι
- (+απαρέμφατο) ορίζω, θεσπίζω
- νομοθετώ
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 1, 339c
- Οὐκοῦν ἐπιχειροῦντες νόμους τιθέναι τοὺς μὲν ὀρθῶς τιθέασιν, τοὺς δέ τινας οὐκ ὀρθῶς;
- Ώστε όταν αναλαβαίνουν να βάλουν νόμους, δεν μπορεί να συμβεί άλλοι μεν να είναι σωστοί, μερικοί όμως και όχι;
- Μετάφραση (στη δημοτική, χ.χ.): Ιωάννης Γρυπάρης. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2015 (στην καθαρεύουσα, 1911, Εκδ.Φέξη) @greek‑language.gr
- Ώστε λοιπόν όταν επιχειρούν να θεσπίσουν νόμους, δεν μπορεί να συμβεί να έχουν νομοθετήσει άλλους ορθά ενώ άλλους όχι;
- Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.
- Ώστε όταν αναλαβαίνουν να βάλουν νόμους, δεν μπορεί να συμβεί άλλοι μεν να είναι σωστοί, μερικοί όμως και όχι;
- Οὐκοῦν ἐπιχειροῦντες νόμους τιθέναι τοὺς μὲν ὀρθῶς τιθέασιν, τοὺς δέ τινας οὐκ ὀρθῶς;
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Δημοσθένης, Ὀλυνθιακὸς γ′, 12
- καὶ λύειν γ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοὺς νόμους δεῖ τούτους τοὺς αὐτοὺς ἀξιοῦν οἵπερ καὶ τεθήκασιν·
- Την κατάργηση μάλιστα αυτών των νόμων πρέπει να απαιτήσετε, Αθηναίοι, από τους ίδιους εκείνους που τους έχουν θεσπίσει.
- Μετάφραση (1998): Α.Ι. Γιαγκόπουλος - Μ. Αραποπούλου, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- καὶ λύειν γ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοὺς νόμους δεῖ τούτους τοὺς αὐτοὺς ἀξιοῦν οἵπερ καὶ τεθήκασιν·
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 1, 339c
- πληρώνω, καταβάλλω
- θεωρώ, λαμβάνω κάτι ως δεδομένο, υποθέτω
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Δημοσθένης, Ὀλυνθιακὸς α′, 10
- τὸ μὲν γὰρ πόλλ᾽ ἀπολωλεκέναι κατὰ τὸν πόλεμον τῆς ἡμετέρας ἀμελείας ἄν τις θείη δικαίως,
- Γιατί το ότι χάσαμε πολλά στη διάρκεια του πολέμου, δίκαια θα μπορούσε κάποιος να το θεωρήσει ως συνέπεια της δικής μας αμέλειας,
- Μετάφραση (1998): Α.Ι. Γιαγκόπουλος - Μ. Αραποπούλου, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- τὸ μὲν γὰρ πόλλ᾽ ἀπολωλεκέναι κατὰ τὸν πόλεμον τῆς ἡμετέρας ἀμελείας ἄν τις θείη δικαίως,
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Δημοσθένης, Ὀλυνθιακὸς α′, 10
- υπολογίζω, λογαριάζω
- (στρατιωτικός όρος) παρατάσσομαι σε θέση μάχης
- (στρατιωτικός όρος) συσσωρεύω στρατιωτικές δυνάμεις
- (στρατιωτικός όρος) παραδίδομαι, καταθέτω τα όπλα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 44.1
- χρόνον μὲν οὖν πολὺν ἀντεῖχον οὐκ ἐνδιδόντες ἀλλήλοις· ἔπειτα (ἦσαν γὰρ τοῖς Ἀθηναίοις οἱ ἱππῆς ὠφέλιμοι ξυμμαχόμενοι, τῶν ἑτέρων οὐκ ἐχόντων ἵππους) ἐτράποντο οἱ Κορίνθιοι καὶ ὑπεχώρησαν πρὸς τὸν λόφον καὶ ἔθεντο τὰ ὅπλα καὶ οὐκέτι κατέβαινον, ἀλλ᾽ ἡσύχαζον.
- Πολλήν ώρα οι δύο στρατοί πολεμούσαν χωρίς να υποχωρούν, αλλά έπειτα, επειδή οι Αθηναίοι είχαν την υπεροχή διαθέτοντας ιππικό που δεν είχε ο εχθρός τους, οι Κορίνθιοι υποχώρησαν στον λόφο όπου αποθέσαν τα όπλα τους. Δεν επιχείρησαν να κατέβουν από εκεί, αλλά έμεναν άπρακτοι.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- χρόνον μὲν οὖν πολὺν ἀντεῖχον οὐκ ἐνδιδόντες ἀλλήλοις· ἔπειτα (ἦσαν γὰρ τοῖς Ἀθηναίοις οἱ ἱππῆς ὠφέλιμοι ξυμμαχόμενοι, τῶν ἑτέρων οὐκ ἐχόντων ἵππους) ἐτράποντο οἱ Κορίνθιοι καὶ ὑπεχώρησαν πρὸς τὸν λόφον καὶ ἔθεντο τὰ ὅπλα καὶ οὐκέτι κατέβαινον, ἀλλ᾽ ἡσύχαζον.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 44.1
- οδηγώ σε αίσια έκβαση, διευθετώ
- ορίζω βραβείο σε αγώνες, αθλοθετώ
- θάβω, ενταφιάζω
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 34.5
- τιθέασιν οὖν ἐς τὸ δημόσιον σῆμα, ὅ ἐστιν ἐπὶ τοῦ καλλίστου προαστείου τῆς πόλεως,
- Αποθέτουν τους νεκρούς στο δημόσιο νεκροταφείο που βρίσκεται στο ωραιότερο προάστιο της πόλης.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- τιθέασιν οὖν ἐς τὸ δημόσιον σῆμα, ὅ ἐστιν ἐπὶ τοῦ καλλίστου προαστείου τῆς πόλεως,
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 34.5
- αφιερώνω σε ναό (π.χ. αγάλματα)
- παρέχω, δίδω
- βάζω υποθήκη, υποθηκεύω
- διατάζω
- θέτω προς συζήτηση
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 7 (Πολύμνια), 8δ.2
- ποιητέα μέν νυν ταῦτά ἐστι οὕτω· ἵνα δὲ μὴ ἰδιοβουλέειν ὑμῖν δοκέω, τίθημι τὸ πρῆγμα ἐς μέσον, γνώμην κελεύων ὑμέων τὸν βουλόμενον ἀποφαίνεσθαι. ταῦτα εἴπας ἐπαύετο.
- Λοιπόν, μ᾽ αυτό τον τρόπο πρέπει να ενεργήσουμε· και, για να μη μείνετε με την εντύπωση πως κάνω του κεφαλιού μου, φέρνω το θέμα σε κοινή συζήτηση, προτρέποντας να εκφράσει τη γνώμη του όποιος από σας το επιθυμεί».
- Μετάφραση (1993): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- ποιητέα μέν νυν ταῦτά ἐστι οὕτω· ἵνα δὲ μὴ ἰδιοβουλέειν ὑμῖν δοκέω, τίθημι τὸ πρῆγμα ἐς μέσον, γνώμην κελεύων ὑμέων τὸν βουλόμενον ἀποφαίνεσθαι. ταῦτα εἴπας ἐπαύετο.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 7 (Πολύμνια), 8δ.2
- διευθύνω, διοικώ
- στρώνω μωσαϊκό
- (για τεχνίτη) κατασκευάζω, κατεργάζομαι
- προξενώ, προκαλώ
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 9 (ι. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Κίκονας, Λωτοφάγους καὶ Κύκλωπας.), στίχ. 235 (233-235)
- φέρε δ᾽ ὄβριμον ἄχθος | ὕλης ἀζαλέης, ἵνα οἱ ποτιδόρπιον εἴη. | ἔντοσθεν δ᾽ ἄντροιο βαλὼν ὀρυμαγδὸν ἔθηκεν·
- Στη ράχη κουβαλούσε ασήκωτο φορτιό με ξεραμένα ξύλα, | χρήσιμο για το δείπνο του· κι όπως το ξεφορτώθηκε | στη μέση της σπηλιάς, ξεσήκωσε ορυμαγδό.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- φέρε δ᾽ ὄβριμον ἄχθος | ὕλης ἀζαλέης, ἵνα οἱ ποτιδόρπιον εἴη. | ἔντοσθεν δ᾽ ἄντροιο βαλὼν ὀρυμαγδὸν ἔθηκεν·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Βάκχαι, στίχ. 837
- ἀλλ᾽ αἷμα θήσεις συμβαλὼν βάκχαις μάχην.
- Αν ανοίξεις μάχη με τις βάκχες, θα χυθεί αίμα.
- Μετάφραση χ.χ.: Θ. Κ. Στεφανόπουλος, Αθήνα: Κίχλη @greek‑language.gr
- ἀλλ᾽ αἷμα θήσεις συμβαλὼν βάκχαις μάχην.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 9 (ι. Ἀλκίνου ἀπόλογοι: Τὰ περὶ Κίκονας, Λωτοφάγους καὶ Κύκλωπας.), στίχ. 235 (233-235)
- τακτοποιώ
- γονατίζω
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Τρῳάδες, στίχ. 1307 (1307-1309)
- διάδοχά σοι γόνυ τίθημι γαίᾳ | τοὺς ἐμοὺς καλοῦσα νέρθεν | ἀθλίους ἀκοίτας.
- Νά, γονατίζω κι εγώ και τον άντρα μου | κράζω, καλώ | μέσ᾽ απ᾽ τον κόρφο της γης.
- Μετάφραση, αναθεωρημένη έκδοση (1972) Οι Τρωαδίτισσες: Θρασύβουλος Σταύρου, 1η έκδοση (1952) @greek‑language.gr
- διάδοχά σοι γόνυ τίθημι γαίᾳ | τοὺς ἐμοὺς καλοῦσα νέρθεν | ἀθλίους ἀκοίτας.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Τρῳάδες, στίχ. 1307 (1307-1309)
- (στη μέση φωνή) δίνω όνομα σε κάποιον
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 19 (τ. Ὀδυσσέως καὶ Πηνελόπης ὁμιλία. Νίπτρα.), στίχ. 403 (403-404)
- «Αὐτόλυκ᾽, αὐτὸς νῦν ὄνομ᾽ εὕρεο ὅττι κε θῆαι | παιδὸς παιδὶ φίλῳ· πολυάρητος δέ τοί ἐστι.»
- «Αυτόλυκε, να βρεις ο ίδιος τώρα τ᾽ όνομά του, όποιο εσύ θα βάλεις | στο παιδί της θυγατέρας σου, εσύ που ευχόσουν πάντα ν᾽ αποχτήσεις εγγονό.»
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- «Αὐτόλυκ᾽, αὐτὸς νῦν ὄνομ᾽ εὕρεο ὅττι κε θῆαι | παιδὸς παιδὶ φίλῳ· πολυάρητος δέ τοί ἐστι.»
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 19 (τ. Ὀδυσσέως καὶ Πηνελόπης ὁμιλία. Νίπτρα.), στίχ. 403 (403-404)
- (στη μέση φωνή) διευθύνω για δικό μου όφελος
- (στη μέση φωνή) κάνω ή παρασκευάζω κάτι για τον εαυτό μου
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 15 (ο. Τηλεμάχου ἐπάνοδος.), στίχ. 241 (241-242)
- ἔνθα δ᾽ ἔγημε γυναῖκα καὶ ὑψερεφὲς θέτο δῶμα, | γείνατο δ᾽ Ἀντιφάτην καὶ Μάντιον, υἷε κραταιώ.
- Εκεί παντρεύτηκε και στήνοντας ψηλόροφο παλάτι | γεννά τον Αντιφάτη και τον Μάντιο, δυο ρωμαλέους γιους.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἔνθα δ᾽ ἔγημε γυναῖκα καὶ ὑψερεφὲς θέτο δῶμα, | γείνατο δ᾽ Ἀντιφάτην καὶ Μάντιον, υἷε κραταιώ.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 7 (Η. Ἕκτορος καὶ Αἴαντος μονομαχία. Νεκρῶν ἀναίρεσις.), στίχ. 475
- τίθεντο δὲ δαῖτα θάλειαν.
- κι έπειτα λαμπρό τραπέζι εστρώσαν,
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- τίθεντο δὲ δαῖτα θάλειαν.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 9 (Ι. Πρεσβεία πρὸς Ἀχιλλέα. Λιταί.), στίχ. 88 (87-88)
- κὰδ δὲ μέσον τάφρου καὶ τείχεος ἷζον ἰόντες· | ἔνθα δὲ πῦρ κήαντο, τίθεντο δὲ δόρπα ἕκαστος.
- Και ανάμεσα στον χάνδακα καθίσαν και στο τείχος, | φωτιάν ανάψαν κι έκαμαν το δείπνον του καθένας.
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- κὰδ δὲ μέσον τάφρου καὶ τείχεος ἷζον ἰόντες· | ἔνθα δὲ πῦρ κήαντο, τίθεντο δὲ δόρπα ἕκαστος.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 15 (ο. Τηλεμάχου ἐπάνοδος.), στίχ. 241 (241-242)
- (στη μέση φωνή) (για δημοκρατικά νομοθετικά σώματα) ορίζω νόμο, θεσπίζω νόμο
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 29.2
- αὐτοὶ γὰρ οὐκ οἷοί τε ἦσαν αὐτὸ ποιῆσαι Ἀθηναῖοι· ὁρκίοισι γὰρ μεγάλοισι κατείχοντο δέκα ἔτεα χρήσεσθαι νόμοισι τοὺς ἄν σφι Σόλων θῆται.
- Μόνοι τους δεν είχαν το δικαίωμα να το κάνουν αυτό οι Αθηναίοι, επειδή ήταν δεμένοι με όρκο μεγάλο, δέκα χρόνια να κρατήσουν τους νόμους που θα τους έβαζε ο Σόλων..
- Μετάφραση (1964): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- αὐτοὶ γὰρ οὐκ οἷοί τε ἦσαν αὐτὸ ποιῆσαι Ἀθηναῖοι· ὁρκίοισι γὰρ μεγάλοισι κατείχοντο δέκα ἔτεα χρήσεσθαι νόμοισι τοὺς ἄν σφι Σόλων θῆται.
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Σόλων, 15.1
- οὐ μὴν ἀπωσάμενός γε τὴν τυραννίδα τὸν πρᾳότατον ἐχρήσατο τρόπον τοῖς πράγμασιν, οὐδὲ μαλακῶς οὐδ᾽ ὑπείκων τοῖς δυναμένοις οὐδὲ πρὸς ἡδονὴν τῶν ἑλομένων ἔθετο τοὺς νόμους·
- Ωστόσο, μόλο που αρνήθηκε την τυραννίδα, δεν ήταν και υπερβολικά μαλακός κατά τη διαχείριση της εξουσίας ούτε και επιεικής, αφού δεν θέσπισε τους νόμους υποχωρώντας στη δύναμη των ισχυρών αλλά ούτε και προς ικανοποίηση όσων τον είχαν εκλέξει.
- Μετάφραση (2012): Γιαγκόπουλος, Α.Ι., Ζ.Ε. Μαλαθούνη. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. @greek‑language.gr
- οὐ μὴν ἀπωσάμενός γε τὴν τυραννίδα τὸν πρᾳότατον ἐχρήσατο τρόπον τοῖς πράγμασιν, οὐδὲ μαλακῶς οὐδ᾽ ὑπείκων τοῖς δυναμένοις οὐδὲ πρὸς ἡδονὴν τῶν ἑλομένων ἔθετο τοὺς νόμους·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 29.2
- (στη μέση φωνή) θέτω, υπολογίζω ή θεωρώ κάτι ως
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 21 (φ. Τόξου θέσις.), στίχ. 333
- τί δ᾽ ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε;
- Λοιπόν ποιος λόγος τώρα να νιώθετε ντροπή;
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- τί δ᾽ ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε;
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 1, 35.3
- καὶ δεινὸν εἰ τοῖσδε μὲν ἀπό τε τῶν ἐνσπόνδων ἔσται πληροῦν τὰς ναῦς καὶ προσέτι καὶ ἐκ τῆς ἄλλης Ἑλλάδος καὶ οὐχ ἥκιστα ἀπὸ τῶν ὑμετέρων ὑπηκόων, ἡμᾶς δὲ ἀπὸ τῆς προκειμένης τε ξυμμαχίας εἴρξουσι καὶ ἀπὸ τῆς ἄλλοθέν ποθεν ὠφελίας, εἶτα ἐν ἀδικήματι θήσονται πεισθέντων ὑμῶν ἃ δεόμεθα.
- Και θα ήταν τερατώδες αν οι Κορίνιθοι, που πάνε και ναυτολογούν πληρώματα όχι μόνο μεταξύ των συμμάχων τους αλλά και σε όλη την άλλη Ελλάδα, και μάλιστα μεταξύ των δικών σας υπηκόων, μας εμποδίσουν να μπούμε στην δική σας συμμαχία ή να δεχτούμε βοήθεια απ᾽ οπουδήποτε και να θεωρήσουν ότι είναι έγκλημα το αίτημά μας αν το δεχθείτε.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- καὶ δεινὸν εἰ τοῖσδε μὲν ἀπό τε τῶν ἐνσπόνδων ἔσται πληροῦν τὰς ναῦς καὶ προσέτι καὶ ἐκ τῆς ἄλλης Ἑλλάδος καὶ οὐχ ἥκιστα ἀπὸ τῶν ὑμετέρων ὑπηκόων, ἡμᾶς δὲ ἀπὸ τῆς προκειμένης τε ξυμμαχίας εἴρξουσι καὶ ἀπὸ τῆς ἄλλοθέν ποθεν ὠφελίας, εἶτα ἐν ἀδικήματι θήσονται πεισθέντων ὑμῶν ἃ δεόμεθα.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 21 (φ. Τόξου θέσις.), στίχ. 333
Παράγωγα
[επεξεργασία] ετυμολογικό πεδίο
τιθη- θα- θη- θε- θω-
τιθη- θα- θη- θε- θω-
δείτε και τα συγγενικά τους:
θέμα θα- |
θέμα θη- |
θέμα θε- |
θέμα θω- |
Σύνθετα
[επεξεργασία]- Κατηγορία:Λέξεις με επίθημα -θεσία (αρχαία ελληνικά)
- Κατηγορία:Λέξεις με επίθημα -θεσις (αρχαία ελληνικά)
- Κατηγορία:Λέξεις με επίθημα -θετέω (αρχαία ελληνικά)
- Κατηγορία:Λέξεις με επίθημα -θέτης (αρχαία ελληνικά)
- Κατηγορία:Λέξεις με επίθημα -θετικός (αρχαία ελληνικά)
- Κατηγορία:Λέξεις με επίθημα -θετος (αρχαία ελληνικά)
- Κατηγορία:Λέξεις με συνθετικό 'τίθημι' (αρχαία ελληνικά)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- γέλων τίθημι (τινι)
- γυναῖκα/ἄκοιτιν τίθεμαί τινα
- ἐνὶ φρεσὶ τίθεμαι
- ἐν ὄμμασι τίθεμαι
- εὖ τίθεμαι
- εὖ τίθεμαι τὰ ὅπλα
- πόλεμον τίθεμαι
- πρόνοιαν τίθεμαι
- σκῆψιν τίθημι
- τίθεμαι γάμον
- τίθεμαι θυμὸν ἐν στήθεσσι
- τίθεμαι θυσίαν
- τίθεμαι τὴν γνώμην
- τίθεμαι μάχην
- τίθεμαι παρʼ οὐδὲν
- τίθεμαι πόνον
- τίθεμαι τὰ ὅπλα
- τίθεμαι τὰς ἀσπίδας
- τίθεμαι τὴν ψῆφον
- τίθεμαι (τινὶ) κότον
- τίθημι εἰς μέσον
- τίθημι εἰς τὸ μέσον
- τίθημι νόμον
- τίθημι (τι) εἰς τὸ κοινόν
- τίθημί (τινα) ἄλοχόν (τινος)
- τίθημι (τινί τι) ἐν φρεσί
- παῖδα (ή υἱὸν) τίθεμαι τινά
- χάριν τίθεμαί (τινι)
Κλίση
[επεξεργασία]Ρηματικοί τύποι: (Χρειάζεται να μπουν σε πίνακα, όπως επικής κλίσης)
- δωρικός τύπος : γ' ενικού ενεστώτα τίθητι
- ιωνικός τύπος : γ' πληθυντικού ενεστώτα τιθεῖσι
- ιωνικός τύπος : παρατ. ἐτίθεα
- ιωνικός και αιολικός τύπος : υποτακτική αόρ. θέω
- (ελληνιστική κοινή): γ' πληθ. παρατ. ἐτίθουν
- επικοί τύποι :
- επικός τύπος : β' ενικού ενεστώτα τίθησθα
- επικός τύπος : γ' ενικού παρατατικού τίθη
- επικός τύπος : β' ενικ. παρατ. ἐτίθεις
- επικός τύπος : γ' ενικ. παρατ. ἐτίθει
- επικός τύπος : γ' πληθ. παρατ. τίθεσαν, τίθεν
- επικός τύπος : απαρέμφατο ενεστ. τιθήμεναι, τιθέμεν
- επικός τύπος : απαρέμφατο μελλ. θησέμεναι, θησέμεν
- επικός τύπος : γ' πληθ. αόρ. θῆκαν
- επικός τύπος : γ' πληθ. αόρ. θέσαν
- επικός τύπος : υποτακτική αόρ. θείω
- επικός τύπος : υποτακτική β' ενικ. αόρ. θείῃς
- επικός τύπος : υποτακτική γ' ενικ. αόρ. θείῃ
- επικός τύπος : υποτακτική α' πληθ. αόρ. θέωμεν, θείομεν
- επικός τύπος : απαρέμφατο αορ. θέμεναι, θέμεν
- επικός τύπος : προστακτική μέσης φωνής β' ενικ. ενεστ. τίθεσσο
- επικός τύπος : μετοχή ενεστ. μέσης φωνής τιθήμενος
- επικός τύπος : γ' ενικ. αορ. μέσης φωνής θήκατο, θέτο
- επικός τύπος : προστακτική β' ενικ. αορ. μέσης φωνής θέο
Πηγές
[επεξεργασία]- τίθημι - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- τίθημι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- τίθεμαι, θέτω - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αρχαία ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dʰeh₁- (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ρήματα (αρχαία ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Οδύσσεια (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Αισχύλο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ευριπίδη (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Πλάτωνα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Δημοσθένη (αρχαία ελληνικά)
- Στρατιωτικοί όροι (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Θουκυδίδη (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ηρόδοτο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Ιλιάδα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Πλούταρχο (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Κεντρικά λήμματα (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Ιωνική διάλεκτος
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)