Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φάνης

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Φανής

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Φάνης οι Φάνηδες
      γενική του Φάνη των Φάνηδων
    αιτιατική τον Φάνη τους Φάνηδες
     κλητική Φάνη Φάνηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Φάνης < Θεοφάνης ή Φανούρης / Φανούριος

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈfa.nis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Φάνης
παρώνυμο: φάντης

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Φάνης αρσενικό (θηλυκό Φανή)

  1. ανδρικό όνομα, υποκοριστικό του Θεοφάνης ή του Φανούρης
  2. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Φάνη)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταγραφές για το επώνυμο

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις για το όνομα

[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Φάνης
      γενική τοῦ Φάνητος
      δοτική τῷ Φάνητ
& Φάν
    αιτιατική τὸν Φάνητ
     κλητική ! Φάνης
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Φάνης < φαίνω φαν-

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Φάνης αρσενικό