Ἀρμένιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Αρμένιος

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ἀρμένιος < Ἀρμεν(ία) + -ιος

Επίθετο

[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἀρμένιος Ἀρμενί τὸ Ἀρμένιον
      γενική τοῦ Ἀρμενίου τῆς Ἀρμενίᾱς τοῦ Ἀρμενίου
      δοτική τῷ Ἀρμενί τῇ Ἀρμενί τῷ Ἀρμενί
    αιτιατική τὸν Ἀρμένιον τὴν Ἀρμενίᾱν τὸ Ἀρμένιον
     κλητική ! Ἀρμένιε Ἀρμενί Ἀρμένιον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Ἀρμένιοι αἱ Ἀρμένιαι τὰ Ἀρμένι
      γενική τῶν Ἀρμενίων τῶν Ἀρμενίων τῶν Ἀρμενίων
      δοτική τοῖς Ἀρμενίοις ταῖς Ἀρμενίαις τοῖς Ἀρμενίοις
    αιτιατική τοὺς Ἀρμενίους τὰς Ἀρμενίᾱς τὰ Ἀρμένι
     κλητική ! Ἀρμένιοι Ἀρμένιαι Ἀρμένι
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ Ἀρμενίω τὼ Ἀρμενί τὼ Ἀρμενίω
      γεν-δοτ τοῖν Ἀρμενίοιν τοῖν Ἀρμενίαιν τοῖν Ἀρμενίοιν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λόγιος' όπως «λόγιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ἀρμένιος, -α, -ον (ελληνιστική κοινή)

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀρμένιος οἱ Ἀρμένιοι
      γενική τοῦ Ἀρμενίου τῶν Ἀρμενίων
      δοτική τῷ Ἀρμενί τοῖς Ἀρμενίοις
    αιτιατική τὸν Ἀρμένιον τοὺς Ἀρμενίους
     κλητική ! Ἀρμένιε Ἀρμένιοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀρμενίω
γεν-δοτ τοῖν  Ἀρμενίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Ἀρμένιος αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Ἀρμένιος αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

για το όνομα: