Boden
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Boden | die | Böden |
γενική | des | Bodens | der | Böden |
δοτική | dem | Boden | den | Böden |
αιτιατική | den | Boden | die | Böden |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Boden < (κληρονομημένο) μέση άνω γερμανική bodem, boden < παλαιά άνω γερμανική bodam [1] < πρωτογερμανική *buþma < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *bʰudʰmḗn [2] (Συγγενικά: αγγλική bottom, αρχαία ελληνική πυθμήν, λατινική fundus.
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Boden (de) αρσενικό
- το έδαφος, η γη, το χώμα
- ↪ Der Boden bebt vom Erdbeben.
- Το έδαφος τρέμει από τον σεισμό.
- ↪ Der Boden bebt vom Erdbeben.
- το πάτωμα, το δάπεδο
- ο πάτος, ο βυθός, ο πυθμένας
- (προφορικό) η σοφίτα
[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
Boden στη γερμανική Βικιπαίδεια
[επεξεργασία]
Φλαμανδικά (vls)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Boden < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Boden αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, [1]: Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στις Περιοχές: Belgique, Flandre, Wallonie του Βελγίου
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Boden < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Boden αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, [2]: Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στις Περιοχές: Belgique, Flandre, Wallonie του Βελγίου
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Boden < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Boden αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Boden < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Boden αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [4]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά αρσενικά (γερμανικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση άνω γερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση άνω γερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά άνω γερμανικά (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (γερμανικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γερμανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
- Γερμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Προφορικοί όροι (γερμανικά)
- Κύρια ονόματα (φλαμανδικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (φλαμανδικά)
- Κύρια ονόματα (γαλλικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (γαλλικά)
- Κύρια ονόματα (ιταλικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (ιταλικά)
- Κύρια ονόματα (γερμανικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (γερμανικά)