αγώνας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Sofianagn (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
{{=el=}}
{{el-κλίσ-'αγώνας'|αγών}}
{{προσχέδιο}}
{{-ετυμ-}}
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσχέδιο-ετυμ}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ἀγών]]
<!--{{-προφ-}}
{{-προφ-}}
:{{ΔΦΑ}}: /[[Βικιλεξικό:Οδηγός προφοράς|a.'ɣɔ.nas]]/
{{ΔΦΑ}}-->
{{-ουσ-|el}}
{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}
# η επίπονη προσπάθεια για την [[επίτευξη]] ενός σκοπού
# {{προσχέδιο-ορισμ}}
#:: ''χρειάζεται μεγάλλος '''αγώνας''' για την κατάκτηση της πρώτης θέσης''
# η οργανωμένη και συστηματική [[κινητοποίηση]] για την επίτευξη ενός σκοπού
#:: ''ο '''αγώνας''' του Πολυτεχνείου / των εργατών''
# η [[σύγκρουση]] δύο αντίπαλων στρατιωτικών παρατάξεων
#: {{συνων}} [[μάχη]]
#* (''συνεκδοχικά, συνήθως με κεφαλαίο'') το σύνολο των μαχών, ο [[πόλεμος]]
#:: ''ο Μακεδονικός '''Αγώνας'''''
# (''αθλητισμός'') η οργανωμένη [[αναμέτρηση]] [[αθλητής|αθλητών]] ή ομάδων σε ένα συγκεκριμένο [[άθλημα]]
#* ({{πλ}}) οι αθλητικές αναμετρήσεις μεταξύ ομάδων, συλλόγων ή και κρατών, οι οποίες έχουν οργανωθεί μετά απο επίσημη [[ανάθεση]] σε κάποια πόλη ή κράτος
#:: ''οι Ολυμπιακοί '''Αγώνες'''''


<!--{{-εκφρ-}}-->
{{-εκφρ-}}
* '''αγωνίστηκα τον αγώνα τον καλό''' : αγωνίστηκα χωρίς να παραιτηθώ από τις ιδέες και τις αρχές μου
<!--{{-συνων-}}-->
* '''αγώνας δρόμου''': (''κυριολεκτικά'') άθλημα όπου οι αθλητές διαγωνίζονται στο [[τρέξιμο]] // (''μεταφορικά'') για ό,τι γίνεται με ταχείς ρυθμούς προκειμένου να προλάβει κάποιος κάτι
<!--{{-αντ-}}-->
* '''δικαστικός αγώνας''' : η [[δίκη]]
<!--{{-συγγ-}}-->
* '''δίνω αγώνα για κάτι''' : [[κοπιάζω]], [[μοχθώ]]
<!--{{-συνθ-}}-->

<!--{{-βλεπ-}}-->
{{-συγγ-}}
* [[αγωνίζομαι]]
* [[αγώνισμα]]
* [[αγωνιστής]] και [[αγωνίστρια]]
* [[αγωνιστική]]
* [[αγωνιστικός]]
* [[αγωνιστικότητα]]





Αναθεώρηση της 07:49, 16 Μαρτίου 2008

Πρότυπο:=el=

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αγώνας οι αγώνες
      γενική του αγώνα των αγώνων
    αιτιατική τον αγώνα τους αγώνες
     κλητική αγώνα αγώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Πρότυπο:-ετυμ-

αγώνας < αρχαία ελληνική ἀγών

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε; : /a.'ɣɔ.nas/

Πρότυπο:-ουσ- αγώνας αρσενικό

  1. η επίπονη προσπάθεια για την επίτευξη ενός σκοπού
    χρειάζεται μεγάλλος αγώνας για την κατάκτηση της πρώτης θέσης
  2. η οργανωμένη και συστηματική κινητοποίηση για την επίτευξη ενός σκοπού
    ο αγώνας του Πολυτεχνείου / των εργατών
  3. η σύγκρουση δύο αντίπαλων στρατιωτικών παρατάξεων
     συνώνυμα: μάχη
    • (συνεκδοχικά, συνήθως με κεφαλαίο) το σύνολο των μαχών, ο πόλεμος
    ο Μακεδονικός Αγώνας
  4. (αθλητισμός) η οργανωμένη αναμέτρηση αθλητών ή ομάδων σε ένα συγκεκριμένο άθλημα
    • (πληθυντικός) οι αθλητικές αναμετρήσεις μεταξύ ομάδων, συλλόγων ή και κρατών, οι οποίες έχουν οργανωθεί μετά απο επίσημη ανάθεση σε κάποια πόλη ή κράτος
    οι Ολυμπιακοί Αγώνες

Πρότυπο:-εκφρ-

  • αγωνίστηκα τον αγώνα τον καλό : αγωνίστηκα χωρίς να παραιτηθώ από τις ιδέες και τις αρχές μου
  • αγώνας δρόμου: (κυριολεκτικά) άθλημα όπου οι αθλητές διαγωνίζονται στο τρέξιμο // (μεταφορικά) για ό,τι γίνεται με ταχείς ρυθμούς προκειμένου να προλάβει κάποιος κάτι
  • δικαστικός αγώνας : η δίκη
  • δίνω αγώνα για κάτι : κοπιάζω, μοχθώ

Πρότυπο:-συγγ-


Πρότυπο:-μτφ-