αναπνοή
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αναπνοή < → Η ετυμολογία λείπει.
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αναπνοή
- η ενέργεια του αναπνέω
- η εισπνοή αέρα από τη μύτη και το στόμα και η εκπνοή του
- (φυτά) η πρόσληψη οξυγόνου και η αποβολή διοξειδίου του άνθρακα
- (μεταφορικά) μια στιγμιαία ανάπαυλα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αναπνοή