εσείς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εσείς < λείπει η ετυμολογία

Αντωνυμία[επεξεργασία]

εσείς

  1. προσωπική αντωνυμία που εκφράζει το δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο: αναφέρεται στους συνομιλητές
    Πρέπει εγώ να βγω για μια εργασία, εσείς θα μείνετε εδώ;
  2. πληθυντικός ευγενείας αντί του εσύ
    Κύριε Πρόεδρε, εσείς μας είπατε ότι..

Κλίση[επεξεργασία]

Προσωπικές αντωνυμίες
Α' πρόσωπο Β' πρόσωπο Γ' πρόσωπο
ενικός
Πτώση αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική εγώ εσύ αυτός & τος αυτή & τη αυτό & το
γενική εμένα & (εμού) & μου εσένα & σου αυτού & του αυτής & της αυτού & του
αιτιατική εμένα & με εσένα & σε αυτόν & τον αυτή(ν) & τη(ν) αυτό & το
κλητική - εσύ - - -
πληθυντικός
ονομαστική εμείς εσείς αυτοί & τοι αυτές & τες αυτά & τα
γενική εμάς & μας εσάς & σας αυτών & τους αυτών & τους αυτών & τους
αιτιατική εμάς & μας εσάς & σας αυτούς & τους αυτές & τες/τις αυτά & τα
κλητική - εσείς - - -

Μεταφράσεις[επεξεργασία]