Μετάβαση στο περιεχόμενο

εσύ

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ἐσύ, ΕΣΥ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εσύ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἐσύ < αρχαία ελληνική σύ, με προσθήκη του ἐ- κατά τα ἐγώ, ἐμέ

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /eˈsi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: εσύ

Αντωνυμία

[επεξεργασία]

εσύ και συ (δεν προσδιορίζεται γένος)

Προσωπικές αντωνυμίες
Α' πρόσωποΒ' πρόσωποΓ' πρόσωπο
ενικός
Πτώσηαρσενικόθηλυκόουδέτερο
ονομαστικήεγώεσύαυτός & τοςαυτή & τηαυτό & το
γενικήεμένα & (εμού) & μουεσένα & σουαυτού & τουαυτής & τηςαυτού & του
αιτιατικήεμένα & μεεσένα & σεαυτόν & τοναυτή(ν) & τη(ν)αυτό & το
κλητική-εσύ---
πληθυντικός
ονομαστικήεμείςεσείςαυτοί & τοιαυτές & τεςαυτά & τα
γενικήεμάς & μαςεσάς & σαςαυτών & τουςαυτών & τουςαυτών & τους
αιτιατικήεμάς & μαςεσάς & σαςαυτούς & τουςαυτές & τες/τιςαυτά & τα
κλητική-εσείς---

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]