εχθρός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | εχθρός | οι | εχθροί |
| γενική | του | εχθρού | των | εχθρών |
| αιτιατική | τον | εχθρό | τους | εχθρούς |
| κλητική | εχθρέ | εχθροί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εχθρός < αρχαία ελληνική ἐχθρός[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /exˈθɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : εχ‐θρός
- παλιότερος συλλαβισμός : ε‐χθρός
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]εχθρός αρσενικό (θηλυκό: εχθρά)
- ο αντίπαλος, αυτός που επιχειρεί με πολεμικά μέσα να πετύχει στόχο που δεν είναι επιθυμητός από άλλους
- ※ Ο Ίστμαν σχολίαζε την παραδοξότητα της αντιπαράθεσης εναντίον ενός εχθρού, με τον οποίο την επομένη μπορεί να συμβίωνες αρμονικά ή να συνεργαζόσουν (Λουκιανός Χασιώτης, «Γεια σας, εγγλεζάκια!» Βρετανοί στρατιώτες στην Ελλάδα 1941-45, 2019)
- ≈ συνώνυμα: πολέμιος
- ≠ αντώνυμα: σύμμαχος
- αυτός που προσπαθεί να βλάψει άλλους ή να τους εμποδίσει από το να επιτύχουν κάποιο σκοπό
- αυτός που ενεργεί από μίσος για άλλον, που κάνει κινήσεις που θα έχουν αρνητικές συνέπειες για το υποκείμενο του μίσους του
- αυτός που δεν συμφιλιώνεται με κάτι άλλο, που δεν μπορεί να συνυπάρξει μαζί του
- ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
εχθρός στα Βικιφθέγματα

Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ εχθρός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)