καλημέρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καλημέρα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καλημέρα < φράση «καλήν ἡμέραν»

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ka.liˈme.ɾa/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐λη‐μέ‐ρα

Επιφώνημα

[επεξεργασία]

καλημέρα!

  • χαιρετισμός που δίνεται το πρωί
    ⮡  Καλημέρα σας! Τι κάνετε;
    άλλες μορφές: Καλή σας (η)μέρα! Τι κάνετε;

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καλημέρα θηλυκό

  1. αναφορά στον χαιρετισμό «καλημέρα»
    ⮡  Σας μεταβιβάζω την καλημέρα του ξαδέρφου μας.
    ⮡  Ο καθρέφτης μου έχει γραμμένη επάνω του τη λέξη «καλημέρα».

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καλημέρα < φράση «καλήν ἡμέραν»

Επιφώνημα

[επεξεργασία]

καλημέρα!

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]