προσεχής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: προσέχεις

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο προσεχής η προσεχής το προσεχές
      γενική του προσεχούς* της προσεχούς του προσεχούς
    αιτιατική τον προσεχή την προσεχή το προσεχές
     κλητική προσεχή(ς) προσεχής προσεχές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι προσεχείς οι προσεχείς τα προσεχή
      γενική των προσεχών των προσεχών των προσεχών
    αιτιατική τους προσεχείς τις προσεχείς τα προσεχή
     κλητική προσεχείς προσεχείς προσεχή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προσεχής < αρχαία ελληνική προσεχής < προσέχω < πρός + ἔχω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pɾo.seˈçis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: προ‐σε‐χής
παλιότερος συλλαβισμός: προσ‐ε‐χής
τονικό παρώνυμο: προσέχεις

Επίθετο[επεξεργασία]

προσεχής, -ής, -ές

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Πτώση Ενικός Πληθυντικός
Ονομαστική ὁ, ἡ προσεχής τὸ προσεχές οἱ, αἱ προσεχεῖς τὰ προσεχ
Γενική τοῦ, τῆς προσεχοῦς τοῦ προσεχοῦς τῶν προσεχῶν τῶν προσεχῶν
Δοτική τῷ, τῇ προσεχεῖ τῷ προσεχεῖ τοῖς, ταῖς προσεχέσι(ν) τοῖς προσεχέσι(ν)
Αιτιατική τὸν, τὴν προσεχ τὸ προσεχές τοὺς, τὰς προσεχεῖς τὰ προσεχ
Κλητική προσεχές προσεχές προσεχεῖς προσεχ
Πτώσεις Δυικός
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική προσεχεῖ
Γενική-Δοτική προσεχοῖν

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προσεχής < προσέχω + -ής

Επίθετο[επεξεργασία]

προσεχής

Πηγές[επεξεργασία]