τσακάλι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
===={{συνώνυμα}}====
===={{συνώνυμα}}====
* [[θώς]]
* [[θώς]]
* [[λυκοπάνθηρας]]
* [[λυκοπάνθηρος]]


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 20:09, 15 Νοεμβρίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσακάλι τα τσακάλια
      γενική του τσακαλιού των τσακαλιών
    αιτιατική το τσακάλι τα τσακάλια
     κλητική τσακάλι τσακάλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τσακάλι < Πρότυπο:ετυμ tr çakal < Πρότυπο:ετυμ fa شغال (shaghal) < σανσκριτική सृगाल (sṛgālá)
τσακάλι της Αφρικής

Ουσιαστικό

τσακάλι ουδέτερο

  1. Πρότυπο:ζωολ σαρκοβόρο θηλαστικό του γένους Canis (οικογένεια Canidae), μικρότερο από το λύκο
  2. (μεταφορικά) πανέξυπνος άνθρωπος

Σύνθετα

Συνώνυμα

Μεταφράσεις