σέρνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
{κλη} {ετυμ}
Lemur12 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ →‎{{ρήμα|el}}: +σέρνει η γάτα
Γραμμή 11: Γραμμή 11:
#[[τραβάω]] [[πίσω]] μου, όπως [[κινούμαι]], κάποιον ή κάτι
#[[τραβάω]] [[πίσω]] μου, όπως [[κινούμαι]], κάποιον ή κάτι
#[[μετακινώ]] κάτι [[τραβώντας]] το ή [[ωθώντας]] το, χωρίς να το [[σηκώνω]]
#[[μετακινώ]] κάτι [[τραβώντας]] το ή [[ωθώντας]] το, χωρίς να το [[σηκώνω]]
#(για ζώα, κυρίως γάτα), βρίσκομαι σε περίοδο οργασμού.
#{{παθ}}: [[σέρνομαι]]
#{{παθ}}: [[σέρνομαι]]
##[[τριγυρίζω]] [[κουρασμένα]] με [[ανία]] και [[χωρίς]] [[σκοπό]]
##[[τριγυρίζω]] [[κουρασμένα]] με [[ανία]] και [[χωρίς]] [[σκοπό]]

Αναθεώρηση της 22:54, 28 Δεκεμβρίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σέρνω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σέρνω < σύρνω < αρχαία ελληνική σύρω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *tuer (αναδεύω, ανακατεύω)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

σέρνω (παθητική φωνή: σέρνομαι)

  1. τραβάω πίσω μου, όπως κινούμαι, κάποιον ή κάτι
  2. μετακινώ κάτι τραβώντας το ή ωθώντας το, χωρίς να το σηκώνω
  3. (για ζώα, κυρίως γάτα), βρίσκομαι σε περίοδο οργασμού.
  4. παθητική φωνή: σέρνομαι
    1. τριγυρίζω κουρασμένα με ανία και χωρίς σκοπό
    2. τραβάω σε μάκρος, διαρκώ μεγάλο χρονικό διάστημα
    3. για αρρώστια που εξαπλώνεται

Άλλες μορφές

Συγγενικά

Εκφράσεις

Κλίση

Μεταφράσεις