break
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
break < (κληρονομημένο) μέση αγγλική breken < αγγλοσαξονική brecan
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
break | breaks |
break (en)
- η ρήξη, η θραύση, το σπάσιμο
- το ρήγμα, το διάκενο
- οι διακοπές
- η διακοπή, το διάλειμμα
- το διάλειμμα στο θέατρο
- ↪ The first break lasts 15 minutes.
- Το πρώτο διάλειμμα διαρκεί 15 λεπτά.
- ≈ συνώνυμα: interlude, interval, intermission
- ↪ The first break lasts 15 minutes.
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | break |
γ΄ ενικό ενεστώτα | breaks |
αόριστος | broke |
παθητική μετοχή | broken |
ενεργητική μετοχή | breaking |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα |
break (en)
- σπάζω, σπάω
- (μεταβατικό & αμετάβατο, μεταφορικά) σκάω
- ↪ He broke the news about the merger of the two banks.
- [αυτός] Έσκασε το νέο για τη συγχώνευση των δύο τραπεζών.
- ↪ He broke the news about the merger of the two banks.
- (αμετάβατο) σκάω
- ↪ The wave breaks on the cliff.
- Το κύμα σκάει στο βράχο.
- ↪ The wave breaks on the cliff.
- αλλάζω νόμισμα με μικρότερης αξίας νομίσματα, χαλάω
- ↪ Can you break one twenty into singles for me?
- Έχετε να μου χαλάσετε ένα εικοσάρικο σε μονόευρα;
- ↪ Can you break one twenty into singles for me?
Σύνθετα[επεξεργασία]
- Λήμματα με τον όρο 'break' στην Κατηγορία:Αγγλική γλώσσα στο Βικιλεξικό
- Λήμματα με 'break' στην Κατηγορία:Αγγλική γλώσσα στο Βικιλεξικό
όπως ενδεικτικά:
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 223. ISBN 9780194325684., λήμμα: διάλειμμα