έχω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: ro, uk
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Αλλαγή ξεν με τ
Γραμμή 36: Γραμμή 36:
{{-μτφ-}}
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{ξεν|en|have}}
* {{en}} : {{τ|en|have}}
* {{ang}} : {{ξεν|ang|habban}}
* {{ang}} : {{τ|ang|habban}}
* {{sq}} : {{ξεν|sq|kam}}
* {{sq}} : {{τ|sq|kam}}
* {{ar}} : {{ξεν|ar|يملك}}
* {{ar}} : {{τ|ar|يملك}}
* {{an}} : {{ξεν|an|tener}}
* {{an}} : {{τ|an|tener}}
* {{af}} : {{ξεν|af|aanhê}}, {{ξεν|af|dra}}, {{ξεν|af|hê}}
* {{af}} : {{τ|af|aanhê}}, {{τ|af|dra}}, {{τ|af|hê}}
* {{vec}} : {{ξεν|vec|aver}}, {{ξεν|vec|averghe}}
* {{vec}} : {{τ|vec|aver}}, {{τ|vec|averghe}}
* {{fr}} : {{ξεν|fr|avoir}}
* {{fr}} : {{τ|fr|avoir}}
* {{de}} : {{ξεν|de|haben}}
* {{de}} : {{τ|de|haben}}
* {{gn}} : {{ξεν|gn|reko}}
* {{gn}} : {{τ|gn|reko}}
* {{da}} : {{ξεν|da|have}}
* {{da}} : {{τ|da|have}}
* {{eo}} : {{ξεν|eo|havi}}
* {{eo}} : {{τ|eo|havi}}
* {{zu}} : {{ξεν|zu|qgoke}}
* {{zu}} : {{τ|zu|qgoke}}
* {{id}} : {{ξεν|id|memiliki}}
* {{id}} : {{τ|id|memiliki}}
* {{io}} : {{ξεν|io|havar}}
* {{io}} : {{τ|io|havar}}
* {{is}} : {{ξεν|is|hafa}}
* {{is}} : {{τ|is|hafa}}
* {{es}} : {{ξεν|es|tener}}
* {{es}} : {{τ|es|tener}}
* {{it}} : {{ξεν|it|avere}}
* {{it}} : {{τ|it|avere}}
* {{ca}} : {{ξεν|ca|tenir}}, {{ξεν|ca|haver}}
* {{ca}} : {{τ|ca|tenir}}, {{τ|ca|haver}}
* {{rw}} : {{ξεν|rw|fite}}
* {{rw}} : {{τ|rw|fite}}
{{μτφ-μέση}}
{{μτφ-μέση}}
* {{arn}} : {{ξεν|arn|nien}}
* {{arn}} : {{τ|arn|nien}}
* {{hr}} : {{ξεν|hr|imati}}
* {{hr}} : {{τ|hr|imati}}
* {{la}} : {{ξεν|la|habere}}
* {{la}} : {{τ|la|habere}}
* {{lb}} : {{ξεν|lb|hun}}
* {{lb}} : {{τ|lb|hun}}
* {{ms}} : {{ξεν|ms|ada}}
* {{ms}} : {{τ|ms|ada}}
* {{nl}} : {{ξεν|nl|hebben}}
* {{nl}} : {{τ|nl|hebben}}
* {{os}} : {{ξεν|os|дарын}}
* {{os}} : {{τ|os|дарын}}
* {{uk}} : {{ξεν|uk|мати}}
* {{uk}} : {{τ|uk|мати}}
* {{pap}} : {{ξεν|pap|tin}}
* {{pap}} : {{τ|pap|tin}}
* {{fa}} : {{ξεν|fa|داشتن}}
* {{fa}} : {{τ|fa|داشتن}}
* {{pl}} : {{ξεν|pl|mieć}}
* {{pl}} : {{τ|pl|mieć}}
* {{pt}} : {{ξεν|pt|ter}}
* {{pt}} : {{τ|pt|ter}}
* {{scn}} : {{ξεν|scn|aviri}}
* {{scn}} : {{τ|scn|aviri}}
* {{sk}} : {{ξεν|sk|mať}}
* {{sk}} : {{τ|sk|mať}}
* {{sl}} : {{ξεν|sl|imeti}}
* {{sl}} : {{τ|sl|imeti}}
* {{sv}} : {{ξεν|sv|ha}}
* {{sv}} : {{τ|sv|ha}}
* {{fo}} : {{ξεν|fo|hava}}
* {{fo}} : {{τ|fo|hava}}
* {{fur}} : {{ξεν|fur|vê}}
* {{fur}} : {{τ|fur|vê}}
* {{hi}} : {{ξεν|hi|इसी}}
* {{hi}} : {{τ|hi|इसी}}
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}



Αναθεώρηση της 17:55, 21 Φεβρουαρίου 2009

Πρότυπο:=el= Πρότυπο:-ετυμ-

έχω < αρχαία ελληνική ἔχω

Πρότυπο:-ρημ- έχω

  1. κρατώ μαζί μου ή πάνω μου
    μήπως έχεις ένα στυλό;
  2. κατέχω κάτι, είμαι ιδιοκτήτης
    έχω αυτοκίνητο / σπίτι
  3. διατηρώ συγγενική / φιλική / ερωτική σχέση
    δεν έχει οικογένεια
  4. αισθάνομαι / συμπεριφέρομαι θετικά ή αρνητικά
    τι έχεις και δε μας μιλάς;
    τις τελευταίες μέρες έχει πολλά νεύρα
  5. υποφέρω από κάτι
    έχω πονοκέφαλο
    έχει άσθμα
  6. οφείλω, πρέπει να κάνω κάτι
    έχω δουλειά τώρα, δεν μπορώ
  7. Πρότυπο:γραμμ βοηθητικό ρήμα στους σύνθετους χρόνους
    έχω διαβάσει (παρακείμενος)
    είχες πει (υπερσυντέλικος)
    θα έχει χιονίσει (συντελεσμένος μέλλοντας)

Πρότυπο:-εκφρ-

  • δεν έχει: για κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί
Αν δεν τελειώσεις το διάβασμα, δεν έχει βόλτα.
  • δεν το έχω για τίποτα να... / για πολύ να...: μου είναι εύκολο να... δεν θα διστάσω
  • έχω τα μάτια μου δεκατέσσερα : προσέχω πάρα πολύ
  • τα έχω καλά / άσχημα με κάποιον : έχω καλές / άσχημες σχέσεις με κάποιον
  • τα έχω χαμένα : έχω σαστίσει
  • τον έχει σήκω σήκω, κάτσε κάτσε : τον κάνει ό,τι θέλει
  • όπως έχει: στην δεδομένη κατάσταση


Πρότυπο:-μτφ-